Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) δεν αποτελούν απλώς έναν τρόπο για να κρυφοκοιτάζουμε τις ζωές των άλλων. Τουλάχιστον όχι πια. Σήμερα έχουν πλέον αναδειχθεί σε ένα εξίσου σημαντικό εργαλείο για το διαδικτυακό εμπόριο, καθώς το τελευταίο εξάμηνο τουλάχιστον οι μισοί Έλληνες (54%) έχουν πραγματοποιήσει μία αγορά μέσω των social media[1]. Ταυτόχρονα, και οι ίδιοι έμποροι έχουν αντιληφθεί την αξία της ευκαιρίας αυτής, αφού 2 στους 3 (65%) Ευρωπαίους που δραστηριοποιούνται στο e–commerce χρησιμοποίησαν τις πλατφόρμες αυτές για τη διάθεση των προϊόντων τους, συμπεριλαμβανομένου του 66% των ελληνικών επιχειρήσεων λιανεμπορίου, αφουγκραζόμενοι τις συναρπαστικές τάσεις της εποχής. Ποιες είναι, λοιπόν, οι προοπτικές του κοινωνικού εμπορίου (social commerce) στην ελληνική αγορά; Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα με τίτλο ‘PayPal eCommerce Index 2022’, φαίνεται να επιδεικνύει αξιοσημείωτη δυναμική, στο γενικότερο πλαίσιο της αυξανόμενης διείσδυσης του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Το 2022, ο κλάδος του κοινωνικού εμπορίου στην Ελλάδα αναμένεται να φτάσει την αξία των 1,22 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σημειώνοντας εντυπωσιακή αύξηση της τάξης του 74,2% σε ετήσια βάση[2]. Βάσει του ‘PayPal Ecommerce Index 2022’[3], το social commerce αναδεικνύεται σε εργαλείο κομβικής σημασίας στο τοπίο του ευρωπαϊκού ηλεκτρονικού εμπορίου, καθώς σχεδόν 1 στους 2 Ευρωπαίους (43%) έχει πραγματοποιήσει αγορές μέσω των social media κατά τους τελευταίους 6 μήνες. Τα στατιστικά αυτά περιλαμβάνουν το 54% των Ελλήνων, το οποίο είναι μάλιστα το υψηλότερο ποσοστό σε ευρωπαϊκό έδαφος, με 11 ποσοστιαίες μονάδες άνω του μέσου όρου (43%).
Όπως καταδεικνύουν τα ευρήματα της εν λόγω έρευνας, πολλοί έμποροι έχουν ήδη αρχίσει να επιτυγχάνουν ισχυρά αποτελέσματα, με την υιοθέτηση των πρακτικών του social commerce. Ωστόσο, ο ευρύτερος ρόλος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης – η γνωριμία των καταναλωτών με καινούργια προϊόντα και πρωτότυπες υπηρεσίες – εξακολουθεί να έχει εξέχουσα βαρύτητα[4]. Πιο συγκεκριμένα, 1 στους 4 Ευρωπαίους καταναλωτές αναζητά μέσω των ΜΚΔ διάφορα είδη που θα τον ενδιέφερε να χρησιμοποιήσει, ενώ ταυτόχρονα (παρ)ακολουθεί τα αγαπημένα του brands. Οι διαδικτυακές αυτές δραστηριότητες και συνήθειες, σε συνδυασμό με τις πληρωμένες διαφημίσεις, οδηγούν σε πληθώρα νέων ανακαλύψεων στις πλατφόρμες αυτές.
Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι, παρότι περισσότεροι από 1 στους 10 Ευρωπαίους καταναλωτές έχουν αγοράσει ένα προϊόν χάρη σε έναν social media influencer ή έχουν ακολουθήσει αντίστοιχους επώνυμους που ασκούν επιρροή στο αγοραστικό κοινό, προκειμένου να τσεκάρουν τι προϊόντα χρησιμοποιούν ή τι φοράνε, οι ίδιες οι αναρτήσεις του εκάστοτε εμπορικού σήματος εξακολουθούν να έχουν ισχυρότερο αντίκτυπο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, σε σχέση με τα posts των μεμονωμένων influencers[5].
Διαβλέποντας την ανοδική τροχιά του social commerce, σε συνδυασμό με τα δυνητικά εμπορικά αποτελέσματα που μπορούν να επιτευχθούν με αυτό, οι κορυφαίες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης – συμπεριλαμβανομένων των πιο «παραδοσιακών» μέσων, όπως το Facebook, το Instagram & το YouTube – δεν διστάζουν να δώσουν ώθηση στην εξέλιξη και την ανάπτυξή του, ενσωματώνοντας συνεχώς νέες δυνατότητες και προσφέροντας σχετικά εργαλεία στα χέρια των χρηστών τους, δηλαδή των εν δυνάμει social shoppers.
«Παλαιότερα θεωρούσαμε τα social media ως μια εναλλακτική της επαγγελματικής κάρτας. Τώρα όμως, με τις φρέσκες δυνατότητες που προσφέρουν οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, έχουν αναχθεί σε κάτι ακόμα πιο σημαντικό – ένα νέο δίαυλο πωλήσεων. Καθώς οι Έλληνες καταναλωτές περνούν πολύ χρόνο στα ΜΚΔ – 7 στους 10 τα χρησιμοποιούν σε τακτική βάση[6] – οι έμποροι προσαρμόζονται ήδη στις ανάγκες τους, παρέχοντας τη δυνατότητα αγοράς μέσω των καναλιών αυτών, με απλούστερο και ευκολότερο τρόπο από ποτέ», σχολιάζει ο Efi Dahan, Γενικός Διευθυντής της PayPal για την Κεντρική-Ανατολική Ευρώπη και το Ισραήλ.
Οι έμποροι έχουν εντοπίσει και αντιληφθεί τις δυνατότητες της αγοράς αυτής, καθώς το 65% των Ευρωπαίων πωλητών έχει υιοθετήσει καινοτόμες πρακτικές και διαθέτει επί του παρόντος προϊόντα και υπηρεσίες μέσω των social media – συμπεριλαμβανομένου του 66% των εμπόρων λιανικής και στην Ελλάδα[7]. Παρόλο που πολλοί επιχειρηματίες εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μόνο και μόνο για να προωθήσουν το brand τους και να ωθήσουν την αγοραστική δραστηριότητα σε άλλα κανάλια και ιστοσελίδες τρίτων, το ένα τέταρτο των πωλήσεων (24%) στην Ευρώπη είχε ήδη πραγματοποιηθεί απευθείας μέσω των ΜΚΔ. Η Ιρλανδία αποτελεί κορυφαίο παράδειγμα με ποσοστό΄30%, ενώ οι έμποροι στην Ολλανδία, το Ισραήλ και την Πολωνία ακολουθούν κατά πόδας και έχουν πραγματοποιήσει κατά τι λιγότερες πωλήσεις στα κανάλια αυτά, με ποσοστό περίπου 29%. Οι Έλληνες έμποροι είναι ελαφρώς κάτω από τον μέσο όρο, με το 25% των πωλήσεων να γίνεται μέσω των social media στην εγχώρια αγορά, ενώ ανάλογα ποσοστά σημειώνονται στη Σουηδία, το Βέλγιο, τη Γαλλία και τη Γερμανία.
«Παρατηρούμε πολλά αισιόδοξα στοιχεία και δεδομένα σχετικά με την πρόοδο του κοινωνικού εμπορίου. Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε πάντως να έχουμε υπόψη μας το γεγονός ότι ενώ πολλοί Ευρωπαίοι πελάτες αισθάνονται άνετα να κάνουν αγορές μέσω των καναλιών των social media, ένα σημαντικό ποσοστό (35%) εξακολουθεί να προτιμά να επισκέπτεται απευθείας την ιστοσελίδα της επιχείρησης προκειμένου να ολοκληρώσει τη διαδικασία του check–out[8]. Επομένως, με την πληροφορία αυτή κατά νου, οι έμποροι καλό είναι να εξετάσουν το πώς να κάνουν τους πελάτες να αισθανθούν πιο άνετα με το κοινωνικό εμπόριο. Η ίδια η χρήση PayPal δύναται να συνδράμει στο πως μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει ή και να ξεπεράσει τον όποιον δισταγμό και προβληματισμό, καθώς 1 στους 4 Ευρωπαίους πελάτες δηλώνει ότι θα κάνει αγορές μέσω των ΜΚΔ μόνο εάν και εφόσον είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει τον PayPal λογαριασμό του, τόσο για την ευκολία όσο και για την ασφάλεια που του εγγυάται», σημειώνει ο Efi Dahan, εκ μέρους της PayPal.
Δίχως άλλο, οι Ευρωπαίοι καταναλωτές φαίνεται ότι έχουν ήδη ξεκινήσει να αγκαλιάζουν τα κανάλια κοινωνικής δικτύωσης – 1 στους 6 έκανε σχετικές αγορές τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα (ή ακόμα συχνότερα)[9]. Σε συνδυασμό με τον συνολικό όγκο αγορών, η θετική αυτή διάθεση αυτή μεταφράζεται πρακτικά σε μια μέση μηνιαία δαπάνη κοινωνικού εμπορίου της τάξης των 141 ευρώ, με τους Ισραηλινούς (186 ευρώ) και τους Ολλανδούς (174 ευρώ) να ξεχωρίζουν ως οι καταναλωτές με τις υψηλότερες σχετικές δαπάνες. Η τάση των social shoppers είναι σαφώς παρούσα και στην Ελλάδα – ένας στους 4 Έλληνες (25%) πραγματοποίησε αγορές μέσω οιασδήποτε πλατφόρμας social commerce τουλάχιστον μία φορά σε εβδομαδιαία βάση, με τη μέση μηνιαία δαπάνη να ανέρχεται στα 158 ευρώ, και με εμφανή την προτίμηση προς τα είδη ένδυσης-υπόδησης.
Ως εκ τούτου, οι εγχώριοι έμποροι καλούνται πλέον να αναζητήσουν ιδέες για το πώς να ενσωματώσουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στη διανομή προϊόντων ή υπηρεσιών, είτε ως μία μοντέρνα μέθοδο για να χτίσουν μεγαλύτερο brand awareness, είτε ως ένα κανάλι απευθείας πώλησης προς τον τελικό καταναλωτή. Όπως δείχνουν τα διαθέσιμα στοιχεία, δύσκολα θα είναι σε θέση να αγνοήσουν και να μην αξιοποιήσουν τον δίαυλο αυτόν κατά το 2023.
[1] PayPal eCommerce Index 2022; Methodology of research: 15-minute survey of 15,221 European and Israeli consumers aged 18-75 & 10-minute survey of 4,604 business decision makers across Europe and Israel. All data in the press release derive from this report, unless stated otherwise.
[2] Greece Social Commerce Market Intelligence Report 2022 [May 2022]
[3] PayPal eCommerce Index 2022
[4] PayPal eCommerce Index 2022
[5] ibidem
[6] DataReportal [DIGITAL 2022: Greece]
[7] PayPal eCommerce Index 2022
[8] ibidem
[9] ibidem