Έρευνα Global Workforce Of The Future του Ομίλου Adecco.
Τα ευρήματα της παγκόσμιας έρευνας, στην οποία συμμετείχε και η Ελλάδα, έδειξαν ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υιοθετήσουν μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση που θα προάγει την ευεξία, θα διαφυλάσσει την ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής και θα εξασφαλίζει την οικονομική σταθερότητα των εργαζομένων απέναντι στην αύξηση του κόστους ζωής:
Μέσα σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης οικονομικής αβεβαιότητας, οι εταιρείες θα πρέπει να διαχειριστούν τόσο τις οικονομικές ανησυχίες των εργαζομένων τους όσο και τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ευημερία τους, παραμένοντας διαρκώς στο πλευρό τους, για να μην έρθουν αντιμέτωπες με κύματα παραιτήσεων. Αυτό είναι το βασικότερο συμπέρασμα που προκύπτει από τα αποτελέσματα της 3ης έκδοσης της παγκόσμιας έρευνας του Ομίλου Adecco: Global Workforce of The Future 2022[1]. Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 34.000 εργαζόμενοι από 25 χώρες* συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, αποτελεί την μεγαλύτερη απόπειρα καταγραφής της συμπεριφοράς των εργαζομένων παγκοσμίως, ανεξαρτήτως κλάδου.
Η Valerie Beaulieu–James, Chief Sales and Marketing Officer του Ομίλου Adecco δήλωσε σχετικά: Για να μην έρθουν αντιμέτωπες με μαζικές παραιτήσεις – ήδη παρατηρείται μια αύξηση του φαινομένου σε παγκόσμιο επίπεδο – οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση με τους εργαζομένους τους, και να μην περιορίζουν τη στήριξή τους μόνο σε αυξήσεις απολαβών. Για να καλύψουν τις ανάγκες των εργαζομένων τους, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα για περισσότερη ευελιξία, καθώς αυτό αποτελεί μια από τις βασικότερες προϋποθέσεις παραμονής ή όχι σε μια εργασία. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρείες θα πρέπει να δώσουν έμφαση στη διατήρηση των ταλαντούχων στελεχών και να εξασφαλίζουν ότι οι προϊστάμενοι των τμημάτων θα επικοινωνούν με τους υφισταμένους τους για θέματα επαγγελματικής ανέλιξης. Είναι πάρα πολύ σημαντικό για μια επιχείρηση να επενδύει στο ανθρώπινο δυναμικό της και να παρέχει ευκαιρίες δια βίου μάθησης. Η απόκτηση νέων γνώσεων και η αναβάθμιση των ήδη υφιστάμενων δεξιοτήτων των εργαζομένων έχουν μεγάλη σημασία στον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων εργοδότη-εργαζομένου. Είναι ιδιαίτερα κρίσιμο τα διευθυντικά στελέχη μιας επιχείρησης να καλλιεργήσουν μια κουλτούρα η οποία θα εμπνέει και θα παρακινεί όλους τους εργαζομένους να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό.
Η έρευνα προσδιορίζει τον αυξημένο πληθωρισμό ως την κύρια αιτία ανησυχίας για τους εργαζόμενους. Τρεις στους πέντε (61%) σε όλο τον κόσμο ανησυχούν ότι ο μισθός τους δεν είναι αρκετά υψηλός για να διαχειριστούν τους τρέχοντες ρυθμούς πληθωρισμού και τη συνακόλουθη αύξηση του κόστους ζωής. Αυτό καθιστά πιθανό για περισσότερους από τους μισούς (51%) εργαζομένους να αναζητήσουν δεύτερη δουλειά για να τα βγάλουν πέρα.
Η έρευνα αναδεικνύει την άνοδο του «quitfluncer», του φαινομένου δηλαδή που ένας εργαζόμενος που αποχωρεί από μια επιχείρηση, επηρεάζει και τους υπόλοιπους εργαζομένους να κάνουν το ίδιο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, πάνω από τα δύο τρίτα (70%) των ερωτηθέντων σκέφτονται να παραιτηθούν εάν δουν συναδέλφους τους να φεύγουν από την εργασία τους. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εκπρόσωποι της γενιάς Z έχουν 2,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να επηρεαστούν να παραιτηθούν, από ότι οι Baby Boomers. Τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν την επείγουσα ανάγκη των εταιρειών να επικεντρωθούν σε λύσεις διατήρησης των ταλαντούχων στελεχών, δεδομένου ότι σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζομένων παγκοσμίως (27%) δηλώνουν ότι σκοπεύουν να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους μέσα στους επόμενους 12 μήνες. Από αυτούς, σχεδόν οι μισοί (45%) αναζητούν ενεργά την επόμενη εργασία τους. Εδώ δημιουργείται μια ευκαιρία για τις εταιρείες να παρέμβουν και να αναστρέψουν αυτήν την κατάσταση, επενδύοντας σε προγράμματα επανεκπαίδευσης και διατήρησης ταλέντου που θα μπορούσαν να περιορίσουν την έκταση του φαινομένου.
Οι νεότερες γενιές αποφεύγουν ολοένα και συχνότερα δουλειές που περιορίζουν στο ελάχιστο τον προσωπικό τους χρόνο, αναζητώντας μια ισορροπία προσωπικής και επαγγελματικής ζωής. Σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι που ανήκουν στην γενιά Z (47%) εργάζονται 4 μέρες την εβδομάδα, σε αντίθεση με όσους ανήκουν στην γενιά των Baby Boomers, όπου μόνο το 18% δουλεύει 4 μέρες. Από το 32% όλων των εργαζομένων που απασχολούνται επί του παρόντος 4 φορές την εβδομάδα, περισσότεροι από τους μισούς (51%) αποδέχτηκαν περικοπή μισθού για να το κάνουν. Αν και η προοπτική μιας τετραήμερης εβδομάδας εργασίας δεν είναι ακόμη η πρώτη προτεραιότητα για τους εργαζομένους που αναζητούν εργασία, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει στο άμεσο διάστημα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρείες πρέπει να είναι πρόθυμες να δημιουργήσουν ένα ευέλικτο εργασιακό περιβάλλον που θα διατηρεί τους εργαζόμενους ευτυχισμένους και αφοσιωμένους μακροπρόθεσμα, καθώς οι ανάγκες τους συνεχίζουν να διαφοροποιούνται μέσα στο αβέβαιο περιβάλλον. Στο άμεσο μέλλον, για να διατηρούν οι επιχειρήσεις τα ταλαντούχα στελέχη τους, θα πρέπει να διασφαλίζουν ευέλικτα μοντέλα εργασίας και να προσφέρουν στους εργαζόμενους μια πιο ισορροπημένη επαγγελματική ζωή.
Καθώς οι εταιρείες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο των μαζικών παραιτήσεων, εξαιτίας της αύξησης του πληθωρισμού και του κόστους ζωής αλλά και του φόβου μιας επικείμενης ύφεσης, η έκθεση επισημαίνει ορισμένες λύσεις που θα μπορούσαν να μειώσουν την απώλεια εργαζομένων. Τα ευρήματα καθιστούν σαφές ότι ενώ το ύψος των απολαβών ήταν ένα αποτελεσματικό εργαλείο πρόσληψης τα τελευταία χρόνια, οι εργαζόμενοι δεν μένουν πλέον σε μια επιχείρηση μόνο για τον μισθό. Οι πρόσθετοι λόγοι για να αφοσιωθούν σε έναν εργοδότη περιλαμβάνουν την ύπαρξη μιας ισχυρής εταιρικής κουλτούρας που προσφέρει ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, καλό εργασιακό περιβάλλον και προσεκτικά σχεδιασμένες ευκαιρίες ανάπτυξης, ειδικά για τα νεότερα στελέχη. Η συνολική εργασιακή ικανοποίηση σήμερα είναι πολυδιάστατη και βασίζεται στον καθορισμό της αμοιβής ανάλογα με την απόδοση, στην δυνατότητα εξέλιξης αλλά και στην ευελιξία, την ψυχική υγεία και την ευημερία. Για να αποφευχθεί μια κρίση μαζικών παραιτήσεων, οι εταιρείες θα πρέπει άμεσα να αδράξουν την ευκαιρία και να δώσουν ξανά προτεραιότητα στους ανθρώπους τους, καθορίζοντας έναν ξεκάθαρο στόχο που θα εμπνέει και θα δίνει κίνητρο σε όλους τους εργαζόμενους, όπου κι αν βρίσκονται.
*Ταυτότητα έρευνας: Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 34.000 εργαζομένων (με θέσεις γραφείου ή όχι) απασχολούμενων στον ίδιο εργοδότη για τουλάχιστον 2 μήνες, με συμβάσεις τουλάχιστον 15 ωρών για εργαζομένους που δεν δουλεύουν σε δουλειά γραφείου και 20 ωρών για υπαλλήλους γραφείου. Οι ερωτηθέντες απάντησαν σε μια διαδικτυακή έρευνα διάρκειας 20 λεπτών. Οι 25 χώρες που έγινε η έρευνα είναι οι παρακάτω: Αργεντινή, Αυστραλία, Βέλγιο, Βραζιλία, Καναδάς, Κίνα, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ιαπωνία, Μεξικό, Ολλανδία, Νορβηγία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο & ΗΠΑ.
[1] Το 2020 και το 2021 η έρευνα δημοσιεύτηκε με την ονομασία «Resetting Normal»