Στην εποχή μας, αυτή η μάλλον ταλαιπωρημένη ερμηνευτικά λέξη, η αγάπη, χρησιμοποιείται πλέον χωρίς φειδώ και παρερμηνεύεται με μαθηματική ακρίβεια. Χρησιμοποιείται συχνά και γρήγορα σε μία σχέση ερωτική ή και καθόλου, πολλές φορές δύσκολα σε μία σχέση γονέα-παιδιού ή άλλοτε ανοικονόμητα και επιφανειακά. Πότε αναφέρεται ως συναίσθημα και πότε ως μία απροσδιόριστη και κατά βούληση ερμηνευόμενη ποιότητα. Άλλος λέει «σε αγαπάω» και εννοεί ασυνείδητα σε χρειάζομαι, άλλη λέει «σε αγαπάω» και εννοεί χωρίς επίγνωση φοβάμαι να μείνω μόνη.
Ο τρόπος που εισπράττουμε και ερμηνεύουμε την αγάπη (και την κάθε έννοια, ποιότητα, συναίσθημα) όταν είμαστε μικροί, καταγράφεται μηχανικά και ασυνείδητα στο «παιδικό σφουγγάρι μας», ως απορρόφηση των πληροφοριών και βιωμάτων κυρίως από τους Θεούς μας, τους γονείς. Το βέβαιο είναι πως στην πλειοψηφία των οικογενειών την έχουμε εισπράξει – και συνεχίζουμε να την εισπράττουμε – ως μία κατάσταση υπό όρους. «Αν φας όλο το φαγητό σου, ο μπαμπάς και η μαμά θα σε αγαπάνε πολύ» είναι το πιο εύκολο παράδειγμα που επιβεβαιώνουμε κατά πλειοψηφία.
Με τον τρόπο αυτό και ως φυσική συνέπεια, καθώς μεγαλώνουμε, διευρύνουμε αυτό το μοτίβο και στην σχέση με τον εαυτό μας, ακόμα κι αν δεν του μιλάμε φωναχτά. Βιώνουμε λοιπόν αυτήν την συνθήκη με τον ίδιο μας τον εαυτό: «Καλά πήγα στις εξετάσεις αλλά δεν ήταν αυτό που περίμενα». «Δεν είμαι αρκετά καλός, δεν τα καταφέρνω». «Είμαι ανεπαρκής», «είμαι μόνος, δεν τα πάω καλά στις σχέσεις μου». Σας θυμίζουν κάτι αυτές οι φράσεις; Ε μάλλον ναι.
Μέχρι τώρα ακούσαμε τα κακά νέα. Ήρθε η ώρα να ακούσουμε και τα καλά: Έχουμε την δυνατότητα και την ευκαιρία, ακόμα κι αν είναι ξεχωριστή για τον καθένα μας, να αθωωθούμε – ίσως και πανηγυρικά για κάποιους από μας – από τον ίδιο τον κατήγορό μας: τον εαυτό μας! Η ώρα που μπορούμε να επανιδρύσουμε την σχέση μας με μας, να εκφράσουμε ότι πιο ωραίο κρύβουμε μέσα μας με ειρήνη, εκτίμηση, αναγνώριση, αποδοχή και ανοικτή καρδιά στον καθρέφτη μας. Είναι εύκολο; Όχι απαραίτητα. Είναι σχετικά απλό; Ναι θα έλεγα.
Το πρώτο μας βήμα περιλαμβάνει την διάγνωση, δηλαδή την συνειδητοποίηση πως εκφράζουμε συχνά αντίθετες πτυχές του όρου αγάπη. Όλοι μας; Στην συντριπτική πλειοψηφία ναι! Πριν όμως δούμε τις αντίθετες, ας ξεκαθαρίσουμε τον αρχικό ορισμό του ρήματος αγαπάω: (αρχ. Και αγαπάζω/ αγαπάζομαι). Από τον Όμηρο, ήδη σήμαινε φέρομαι φιλικά σε κάποιον ως πρώτη έννοια και ευχαριστώ -είμαι ικανοποιημένος ως δεύτερη. Άρα, η διάγνωσή μας περιλαμβάνει την ακόλουθη ερώτηση προς τον εαυτό: Πότε και πως φέρομαι μη φιλικά/βίαια/αποδυναμωτικά στον εαυτό μου σε φυσικό επίπεδο – βία και καταχρήσεις στο φυσικό σώμα, σε συναισθηματικό επίπεδο – βαριά και αποδυναμωτικά συναισθήματα, σε νοητικό επίπεδο – περιοριστικές, βίαιες και αποδυναμωτικές σκέψεις και πεποιθήσεις; Στην περίπτωση αυτή, η αρχή είναι περισσότερο από το ήμισυ του παντός και αυξάνει την κατανόηση στην σχέση με τον εαυτό μας.
Το δεύτερο βήμα περιλαμβάνει την συνειδητή μεταμόρφωση της συμπεριφοράς μας προς τον εαυτό:
Το τρίτο βήμα περιλαμβάνει τους άξονες που μας δείχνουν τον δρόμο για μία ζωή με πληρότητα, ουσία και αυθεντικότητα:
Ο χρόνος που απαιτείται για την επίτευξη των παραπάνω βημάτων εξαρτάται από την εξελικτική πρόθεση, την ωριμότητα και το βίωμα της ευγνωμοσύνης του κάθε ατόμου για το δώρο της ζωής.
Η στωϊκή ρήση του Επίκτητου «Αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις δυνάμεις σου και δέξου τα υπόλοιπα όπως συμβαίνουν» μας δίνει την μεγάλη εικόνα.
Πηγή: epixeiro.gr