Δεν ολοκλήρωσαν καν το πρώτο έτος των σπουδών τους στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Αντί αυτού δημιούργησαν μια εταιρεία χρηματοοικονομικής τεχνολογίας που σήμερα αποτιμάται στα 2,6 δισ. δολάρια. Δεν είναι, όμως, η πρώτη φορά που οι δύο 20άρηδες πειραματίζονται με την τεχνολογία.
Ο Ντουμπούγκας ήταν μόλις 14 ετών όταν ίδρυσε την πρώτη του εταιρεία, που δραστηριοποιούνταν στα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Λίγο μετά, όμως, αναγκάστηκε να την κλείσει αφού είχε λάβει προειδοποιητικές επιστολές για την παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων. Στη συνέχεια, ένωσε τις δυνάμεις του με τον Φραντσέσκι. Μαζί δημιούργησαν την υπηρεσία επεξεργασίας πληρωμών Pagar.me, η οποία εξελίχθηκε σε μια εταιρεία με 150 υπαλλήλους, που πούλησαν το 2016. Επειτα οι Ντουμπούγκας και Φραντσέσκι γράφτηκαν στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, αλλά αποχώρησαν σχεδόν αμέσως για να ιδρύσουν την Brex.
Η νεοφυής Brex αποτελεί έναν ισχυρό παίκτη στη χρηματοοικονομική τεχνολογία και μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες εταιρείες στις ΗΠΑ, οδηγώντας τα μερίδια των Ντουμπούγκας και Φραντσέσκι στα 430 εκατ. δολάρια, έκαστος, σύμφωνα με στοιχεία της EquityZen. Η επιτυχία τους ήταν αστραπιαία ακόμη και για τα δεδομένα της Σίλικον Βάλεϊ, εντάσσοντάς τη σήμερα στην ίδια συνομοταξία με κολοσσούς όπως η Uber Technologies. Σύμφωνα με στοιχεία της PitchBook, η Brex αξιολογούνταν στα 25 εκατ. δολάρια το 2017 και σήμερα ξεπερνά τα 2,5 τρισ. δολάρια.
H Brex, ουσιαστικά, προσφέρει πιστωτικές κάρτες σε νεοσύστατες μικρές επιχειρήσεις που αδυνατούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε παραδοσιακές πηγές χρηματοδότησης μολονότι έχουν εξασφαλίζει εκατομμύρια δολάρια από επενδυτές. «Οι εταιρείες αυτές δεν χρειάζονται απαραιτήτως μια πιστωτική κάρτα για να δανειστούν, αλλά για να εκτελούν συναλλαγές σε ημερήσια βάση», εξηγεί ο Ντουμπούγκας, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος στην Brex, σε τηλεοπτική εκπομπή του πρακτορείου Bloomberg. Παράλληλα, κανένας δεν επιθυμεί να εγγυηθεί με την προσωπική περιουσία του για μια νέα επιχείρηση που μπορεί να μην αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. «Οπότε δημιουργήσαμε την Brex», καταλήγει ο Ντουμπούγκας. Κλειδί της επιτυχίας της Brex, όπως αναφέρουν οι ιδρυτές της, είναι πως διαθέτει γερή κεφαλαιακή βάση της τάξεως των 300 εκατ. δολαρίων, πείθοντας έτσι τους πελάτες της ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στις ανάγκες τους.
«Είναι πολύ σημαντικό για μια εταιρεία στη χρηματοοικονομική τεχνολογία να έχει ισχυρά κεφάλαια», τονίζει ο Ντουμπούγκας. Πώς, όμως, ελέγχουν την αξιοπιστία των πελατών τους; Πρώτα απ’ όλα δεν εντάσσουν όλες τις νεοφυείς εταιρείες στην ίδια κατηγορία. Εν συνεχεία, «ελέγχουμε την τρέχουσα ρευστότητά τους για να εξακριβώσουμε εάν διαθέτουν αρκετά χρήματα για να λειτουργήσουν μέσα στους επόμενους μήνες», απαντά ο Ντουμπούγκας σε σχετική ερώτηση του Bloomberg. Εάν δεν είναι ικανοποιητική η ρευστότητα, τότε δεν τους δίνεται πίστωση. Η παροχή χρηματοδότησης αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο των δραστηριοτήτων της Brex. «Οι πελάτες μας παραμένουν σε εμάς διότι τους παρέχουμε μια νέα τεχνολογική υποδομή για την αποτελεσματικότερη και λειτουργικότερη διαχείριση των δαπανών τους, σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς παίκτες του κλάδου που βασίζονται σε παλαιότερη τεχνογνωσία».
Πηγή: kathimerini.gr