Την παράδοση, που θέλει τις εταιρείες τεχνολογίας να έχουν τη μεγαλύτερη δημοτικότητα μεταξύ των καταναλωτών, ακόμη και έναντι παραδοσιακών εμπορικών σημάτων, συνεχίζει ο κλάδος και το 2016. Για την τρέχουσα χρήση, δύο εταιρείες από το χώρο της τεχνολογίας, η Apple και η Google, κατέλαβαν την πρώτη και δεύτερη θέση, αντίστοιχα, στην παγκόσμια κατάταξη των εμπορικών σημάτων με τη μεγαλύτερη αξία διεθνώς. Μάλιστα, οι δύο εταιρείες κατάφεραν να διατηρήσουν τις δύο πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά.
Σύμφωνα με την εταιρεία Interbrand, η οποία συντάσσει τη σχετική λίστα τα τελευταία 17 χρόνια, η αξία του brand της Apple εκτιμάται στα $178,12 δις, ενώ της Google στα $133,25 δις. Μάλιστα, η αξία των δύο εμπορικών σημάτων ενισχύθηκε σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, καταγράφοντας άνοδο κατά 5% και 11%, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την αξιολόγηση της Interbrand (2016 Best Global Brands report), τις πρώτες δέκα θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης με τα ισχυρότερα brands συμπληρώνουν οι Coca-Cola, Microsoft, Toyota, IBM, Samsung, Amazon, Mercedes-Benz και GE.
Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία της φετινής αξιολόγησης, τα brands της Dior και της Tesla εισήλθαν – για πρώτη φορά – στο παγκόσμιο top100 των Best Global Brands, καταλαμβάνοντας την 89η και την 100η θέση αντίστοιχα.
Τη μεγαλύτερη άνοδο της εμπορικής τους αξίας, σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, “είδαν” το 2016 τα εμπορικά brands του Facebook (με αύξηση 48%), της Amazon (33%), της LEGO (25%), της Nissan (22%) και της Adobe (21%).
Με 29 θέσεις στο παγκόσμιο top100, οι εταιρείες τεχνολογίας και οι επιχειρήσεις του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας κυριάρχησαν και στο φετινό Best Global Brands. Τα εμπορικά σήματα εταιρειών του λιανεμπορίου εμφάνισαν τη μεγαλύτερη άνοδο της αξίας τους – ως κλάδος – βελτιώνοντας τη θέση τους κατά 19%, με τον τομέα του αθλητισμού να έπεται και των ειδών πολυτελείας να ακολουθεί (με άνοδο κατά 10% έκαστος).
Βελτίωση επιδόσεων
Συνολικά, οι εταιρείες του Top 100 για το 2016, έχουν συνδυαστικά αξία άνω του $1,796 τρις, η οποία μάλιστα είναι αυξημένη κατά 4,8% σε σχέση με το 2015.