Πρώτη μέρα των εργασιών του 6ου Ετήσιου Συνεδρίου του Κύκλου Ιδεών: Η Ελλάδα Μετά VIΕθνική στρατηγική και διεθνής περιδίνηση.
Το στρογγυλό τραπέζι για το κρίση του κράτους δικαίου στην Ευρώπη και πόσο αφορά την Ελλάδα, στο οποίο συμμετείχαν κορυφαίοι καθηγητές Νομικής, συγκέντρωσε το ενδιαφέρον το μεσημέρι στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών.
O ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Νίκος Αλιβιζάτος, ανέφερε: «Δεν συμμερίζομαι ότι η Ελλάδα έχει ξεφύγει από τα ισχύοντα στην Ευρώπη ότι δηλαδή δεν είναι κράτος δικαίου. Με τα ισχύοντα κριτήρια της Επιτροπής της Βενετίας η Ελλάδα πληροί όλα τα κριτήρια που προσδιορίζουν το κράτος Δικαίου. Ακραία παραδείγματα στην Ευρώπη είναι η Ρωσία και η Τουρκία που μπορούμε να ισχυριστούμε ότι δεν είναι κράτη δικαίου. Τρία είναι τα στοιχεία που το καθορίζουν: Άρνηση υπεροχής ευρωπαϊκού δικαίου, έλεγχος ΜΜΕ και επιρροή της Δικαιοσύνης. Στην Ελλάδα δεν έχουμε τέτοια ζητήματα, μολονότι επί ΣΥΡΙΖΑ είχαμε κάποια μικρά φαινόμενα.
Στην Ελλάδα υπάρχουν κάποια προβλήματα όπως καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης κι απο κει ξεκινούν όλα. Το απόρρητο μας έχει σκανδαλίσει όλους».
Απ την πλευρά του ο Σπύρος Βλαχόπουλος, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο ΕΚΠΑ, επεσήμανε: «Είναι απολύτως απαραίτητο να έχουμε θεσμικά αντίβαρα. Σαν να μην υπάρχουν στο πολιτικό και συνταγματικό λεξιλόγιο. Δεν γίνεται καμία συζήτηση επ αυτού. Οι Ανεξάρτητες Αρχές για παράδειγμα. Η ίδρυσή τους είναι πολύ θετική. Επίσης ότι αποφασίζει ακόμα η εκάστοτε πλειοψηφία αλλά είναι περιορισμένοι μηχανισμοί ελέγχου. Είναι απαραίτητη η αναβάθμιση του ελέγχου από το Κοινοβούλιο. Επίσης δεν υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος συνταγματικής νομιμότητας π.χ Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου που εξαιρούνται».
Στη δική του παρέμβαση ο καθηγητής Νομικής στο ΕΚΠΑ, Αντώνης Καραμπατζός σημείωσε: «Στην υπόθεση των υποκλοπών είχαμε τρία ορόσημα. Η αλλαγή του νόμου για την υπαγωγή της ΕΥΠ, η ενημέρωση του ενδιαφερόμενου και η μεταφορά πρόσφατα των αρμοδιοτήτων της ΓΓ του Πρωθυπουργού. Όλες έγιναν σε άσχετα νομοσχέδια, δείγμα κακής νομοθέτησης που όμως έχει σημασία στο τελικό αποτέλεσμα.
Ενδιαφέρον έχει η πρόσφατη Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κράτος δικαίου στις χώρες της ΕΕ. Ένα βασικό της εύρημα για την Ελλάδα είναι ο περιορισμός στη λειτουργία του Τύπου, οι αδιαφανείς όροι χρηματοδότησης των ΜΜΕ, ο τρόπος επιλογής των Ανώτατων Δικαστών και η αίσθηση διάχυτης διαφθοράς. Το Ευρωβαρόμετρο δείχνει θλιβερά ποσοστά».
Ο επίσης ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Αντώνης Μανιτάκης σε διαδικτυακή παρέμβασή του υποστήριξε: «Η υπόθεση των υποκλοπών έχει δοκιμάσει το κράτος δικαίου. Αποτελεί αναμφίβολα πλήγμα σοβαρό στη Δημοκρατία. Δεν καταργήθηκε όμως το κράτος δικαίου. Πέραν των θεσμικών αναταράξεων, η κοινωνία και οι Ανεξάρτητες Αρχές άντεξαν. Η ΑΔΑΕ και ο πρόεδρος της ανταποκρίθηκαν στο ρόλο της. Θετικό είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός παραδέχονται ότι έγινε πολιτικό σφάλμα . Δεν είναι όμως επαρκές. Υπάρχει η ανάγκη να διαλευκανθεί και για τη κυβέρνηση είναι μια χρυσή ευκαιρία. Την πρώτη ευθύνη την έχει πάντα ο Πρωθυπουργός. Όμως και η Αντιπολίτευση πρέπει να κάνει προτάσεις όχι μόνο καταγγελίες. Οι συνταγματικοί θεσμοί είναι όρθιοι. Έχουμε πρόβλημα κουλτούρα συναίνεσης. Χρειαζόμαστε πολιτική κουλτούρα και πρακτικές.
«Η Δημοκρατία βασίζεται στην εμπιστοσύνη», τόνισε με τη σειρά του ο αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο ΕΚΠΑ, Νίκος Παπασπύρου και πρόσθεσε: «Οι Θεσμοί έχουν αποστολή να διευκολύνουν κι οχι να θρυμματίζουν την εμπιστοσύνη . Το άρθρο 86 δεν υπάρχει για να προστατεύει του πολιτικούς αλλά για να δίνει στη κυβερνητική πλειοψηφία τη δυνατότητα ελέγχου. Υπάρχει πρόβλημα εμπιστοσύνης σήμερα. Δεν πρέπει το διακύβευμα των εκλογών να είναι ο θάνατος μου- η ζωή σου» .
Ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Βασίλης Σκουρής, σημείωσε : «Ο τρόπος επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης κακώς φέρεται ως παράδειγμα αμφιβολίας του κράτους δικαίου στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τους θεσμούς δίνουν εγκυρότητα τα πρόσωπα. Κράτος Δικαίου και Δημοκρατία πρέπει να συνυπάρχουν. Οι πλειοψηφίες πρέπει να μην μπορούν να καταπιέζουν τις μειοψηφίες».