Δύο αγνώστους έχει πλέον η «εξίσωση» της εκτέλεσης του φετινού κρατικού προϋπολογισμού. Πρώτον, τις συνέπειες που θα προκαλέσει στην οικονομία –και κατά συνέπεια στα δημόσια έσοδα– η πανδημία του κορωνοϊού. Και δεύτερον, την έκταση του δημοσιονομικού χώρου που θα μπορέσει να απελευθερώσει η κυβέρνηση κατόπιν συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους προκειμένου να μετριάσει αυτές τις συνέπειες.
Στο οικονομικό επιτελείο ελπίζουν ότι οι απαντήσεις θα μπορούν να δοθούν μετά το Πάσχα, καθώς αυτό θα σημαίνει ότι η κατάσταση με την εξάπλωση του κορωνοϊού θα έχει τεθεί έστω και μερικώς υπό έλεγχο. Οποιαδήποτε πρόβλεψη για τις οικονομικές συνέπειες του κορωνοϊού θεωρείται αυτή τη στιγμή παρακινδυνευμένη, δεδομένου ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή επιβολής των περιοριστικών μέτρων. Ωστόσο, ήδη υπάρχουν σενάρια που ανεβάζουν το κόστος των μέτρων που θα χρειαστούν ακόμη και πάνω από τα 2 δισ. ευρώ. Εκτός από τα 200 εκατ. ευρώ που ανακοινώθηκαν ήδη από τον υπουργό Οικονομικών για τη στήριξη του προϋπολογισμού του υπουργείου Υγείας (αλλά και για τις προσλήψεις των 2.000 ατόμων), υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν περί τα 400 εκατ. ευρώ μόνο για την οικονομική ενίσχυση των μισθωτών που θα μείνουν χωρίς μισθό εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων. Και αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα απαγόρευσης δεν θα ισχύσουν για περισσότερες από 30-40 ημέρες. Επιπλέον κονδύλια θα απαιτηθούν για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, αλλά και για τη χρηματοδότηση των ειδικών αδειών, ενώ η ποσοτικοποίηση του κόστους αναφέρεται από στελέχη του οικονομικού επιτελείου ως κάτι «δυναμικό». Μέσα στο Σαββατοκύριακο προγραμμάτιζε το υπουργείο Οικονομικών να πάρει τα πρώτα στοιχεία για την καταγραφή των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία.
Ουσιαστικά, η πανδημία υποχρεώνει το υπουργείο Οικονομικών να ξαναγράψει τον φετινό προϋπολογισμό. Καταρχάς στο σκέλος που αφορά στους δημοσιονομικούς στόχους. Στο Eurogroup της Δευτέρας θα φανεί αν η Ελλάδα θα αποκτήσει το δικαίωμα να ξαναγράψει τον προϋπολογισμό με στόχο πρωτογενές πλεόνασμα χαμηλότερο του 3,5%, αν θα υπάρξει εξαίρεση από τον ορισμό του πλεονάσματος όλων των δημοσίων δαπανών για τη στήριξη της οικονομίας ή αν θα ισχύσουν και τα δύο αυτά μέτρα.
Αρμόδιος κυβερνητικός παράγων, κληθείς να σχολιάσει της ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την Παρασκευή, δήλωσε «συγκρατημένα αισιόδοξος», καθώς περιμένει να διαπιστωθεί στο πλαίσιο του Eurogroup της Δευτέρας αν οι δηλώσεις της Κομισιόν αφορούν και την Ελλάδα ή αν θα τεθούν όροι εξαιτίας του ότι η Ελλάδα παραμένει σε κατάσταση αυξημένης εποπτείας. Αντίστοιχοι προβληματισμοί εγείρονται και για τα μέτρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας λόγω του ότι η Ελλάδα δεν έχει ανακτήσει ακόμη την επενδυτική βαθμίδα στα ομόλογά της. Σε κάθε περίπτωση, για κάθε μισή μονάδα μείωσης του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος, δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος της τάξεως του ενός δισ. ευρώ. Δηλαδή, μείωση του στόχου από το 3,5% στο 2,5% απελευθερώνει πόρους δύο δισ. ευρώ ή και ακόμη περισσότερους αν αποφασιστεί (όπως αναμένεται, άλλωστε) να μη συνυπολογιστούν στο πρωτογενές πλεόνασμα οι δαπάνες για τον κορωνοϊό.
Το κρίσιμο διάστημα
Η λύση της εξίσωσης προϋποθέτει και τον υπολογισμό των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία. Εκεί, κάθε πρόβλεψη αυτή τη στιγμή είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένη. Την περίοδο από τις αρχές Μαρτίου μέχρι και το τέλος Ιουνίου (σ.σ. που για πολλούς είναι το επίμαχο χρονικό διάστημα), στην Ελλάδα «παράγεται» ΑΕΠ της τάξεως των 60 δισ. ευρώ. Αυτή τουλάχιστον ήταν η επίδοση του 2019 στο επίμαχο τετράμηνο.
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν θα υπάρξει αντίστοιχη επίδοση φέτος ή όχι. Οι προβλέψεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα ουσιαστικά καθίστανται ανεπίκαιρες, καθώς δεν έχουν λάβει υπόψη τα περιοριστικά μέτρα που ενισχύονται συνεχώς. Μόνο στον κλάδο της εστίασης, απασχολούνται περισσότερα από 500.000 άτομα. Ουδείς όμως μπορεί να ξέρει από τώρα ποιοι θα εξακολουθήσουν να εργάζονται (σ.σ. θα παραμείνουν ανοικτά τα delivery) και ποιοι θα υποχρεωθούν να μείνουν χωρίς μισθό περιμένοντας τα μέτρα ενίσχυσης της κυβέρνησης. Τα αναγκαστικά μέτρα επηρεάζουν άμεσα όλα τα επιμέρους συστατικά στοιχεία του ΑΕΠ:
1. Την ιδιωτική κατανάλωση, που συνιστά και τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας με συμμετοχή άνω του 70%.
2. Τις εξαγωγές οι οποίες επηρεάζονται και από την όποια επιβράδυνση παρατηρηθεί το επόμενο διάστημα στην παραγωγική διαδικασία, αλλά και από τη μείωση της ζήτησης που αναμένεται να υπάρξει από τις υπόλοιπες χώρες.
3. Τις επενδύσεις, καθώς το πιο πιθανό είναι ότι θα ανασταλεί κάθε ενέργεια για τις επόμενες εβδομάδες.
Αμεσα συνδεδεμένες με την πορεία της οικονομίας θα είναι και οι επιπτώσεις στα έσοδα του φετινού προϋπολογισμού. Για κάθε ένα δισ. ευρώ που θα «λείψει» φέτος από το ΑΕΠ, θα πρέπει να αναμένεται ότι θα λείψουν και περίπου 400 εκατ. ευρώ από τα δημόσια έσοδα. Σε δημοσιονομικό επίπεδο, οι συνέπειες θα αποτυπωθούν πολύ έντονα κατά το β΄ τρίμηνο, καθώς θα λείψουν έσοδα και από τον ΦΠΑ και τους λοιπούς φόρους κατανάλωσης, αλλά και από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, εξαιτίας της μείωσης των εισπράξεων από την παρακράτηση φόρου που επιβάλλεται στους μισθωτούς. Επίσης, μειωμένη εκτιμάται ότι θα είναι η ανταπόκριση των φορολογουμένων και στην εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων. Αναμένεται αύξηση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων προς το Δημόσιο, καθώς ακόμη και αυτοί που δεν θα έχουν δικαίωμα στην αναστολή πληρωμών αναμένεται θα «κρατήσουν ρευστό».
Οι ελπίδες
Οι ελπίδες εστιάζονται ότι μόλις εκτονωθεί η κρίση με τον κορωνοϊό θα υπάρξει απότομη αναζωπύρωση της οικονομικής δραστηριότητας, δεδομένου ότι ουσιαστικοί οικονομικοί λόγοι για απότομη μείωση της κατανάλωσης ή των επενδύσεων δεν υπάρχουν. Αυτό καθιστά πλέον εξαιρετικά κρίσιμο το τι θα γίνει στο δεύτερο εξάμηνο της φετινής χρονιάς.
Πηγή: Καθημερινή