Η οικονομική κρίση που βίωσε η χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια επέφερε έναν περισσότερο ενάρετο κύκλο συναλλαγών εξωτερικού εμπορίου. Τα μεγάλα ελλείμματα, ειδικά στον τομέα του εξωτερικού εμπορίου αγαθών, αν και παραμένουν ακόμη και σήμερα, είναι σημαντικά βελτιωμένα συγκριτικά με εκείνα της περιόδου προ της οικονομικής κρίσης. Η χώρα βελτίωσε το εμπορικό ισοζύγιό της όχι μόνον στον κλάδο των πετρελαιοειδών που έγινε περισσότερο εμφανές τα τελευταία χρόνια, αλλά και σε όλους τους κλάδους της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Προς την κατεύθυνση αυτή, ήταν κυρίως οι εξαγωγές αγαθών που οδήγησαν στη μείωση των εμπορικών ελλειμμάτων της χώρας.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που επεξεργάστηκε η εταιρεία συμβούλων Stochasis Α.Ε., παρουσιάζουν ξεκάθαρα τον νέο και πιο ορθολογικό κύκλο εξωτερικού εμπορίου στον οποίο εισήλθε η χώρα από το 2010 και μετά.
Η μελέτη που παρουσίασε η εταιρεία συμβούλων τον περασμένο Ιούλιο, παρουσιάζει τη θετική εξέλιξη του εξωτερικού εμπορίου της χώρας κατά την περίοδο 2009-2018. Και σύμφωνα με τη μελέτη, «η εξέλιξη των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (Α&Υ) κατά τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν απολύτως ικανοποιητική».
Σημαντική αύξηση των ελληνικών εξαγωγών σημειώθηκε τόσο σε τρέχουσες και σταθερές τιμές (2010), όσο και σε σχέση με τους ρυθμούς που σημείωσε η Ευρωζώνη και η Ε.Ε.-28. Προφανώς, βελτίωση υπήρξε και σε σχέση με την εξέλιξη του εγχώριου ΑΕΠ το οποίο, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, υποχώρησε. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της εταιρείας, Βασίλη Ρεγκούζα, αύξηση των εξαγωγών καταγράφεται ακόμη και την περίοδο 2010-2016, δηλαδή κατά την εφαρμογή από την Ελλάδα των μνημονίων όπου οι επιχειρήσεις της χώρας λειτούργησαν κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες (υποχρηματοδότηση, υπερφορολόγηση, capital controls, μειωμένη εμπιστοσύνη για την Ελλάδα, κ.ά.).
Ειδικότερα, το σύνολο των εξαγωγών Α&Υ το 2018 ανήλθε σε 66,7 δισ. ευρώ (τρέχουσες τιμές) και σημείωσαν μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής (ΜΕΡΜ) 4,5% μεταξύ 2010-2018. Μικρότερος ήταν ο ΜΕΡΜ (3,5%) σε σταθερές τιμές του 2010. Ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι εξαγωγές Α&Υ διευρύνθηκαν από 19,9% το 2009 σε 34,0% το 2018.
Κατά την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές Α&Υ αυξήθηκαν, αλλά με μικρότερη ταχύτητα, αφού από 30,1% του ΑΕΠ το 2009 ανήλθαν σε 35,3% του ΑΕΠ το 2018. Οι εξαγωγές Α&Υ αντιστοιχούν πλέον στο 96,3% των εισαγωγών Α&Υ το 2018, έναντι 66,2% το 2009. Ετσι, το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου Α&Υ της χώρας έχει περιοριστεί μόλις στο 1,3% του ΑΕΠ (2018) από 10,2% το 2009.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της μελέτης Δημήτρη Μαρούλη, η Ελλάδα κατάφερε να ξεπεράσει σε ρυθμό αύξησης των εξαγωγών το σύνολο της Ευρωζώνης και τις περισσότερες «ανταγωνίστριες» χώρες, όπως Ιταλία και Ισπανία. Ο ΜΕΡΜ των ελληνικών εξαγωγών Α&Υ ήταν υψηλότερος από το ΜΕΡΜ της Ευρωζώνης, της Ιταλίας, της Ισπανίας, και της Γερμανίας. Μόνον η Πορτογαλία πέτυχε υψηλότερους ρυθμούς αύξησης των εξαγωγών της. Πάντως, ο κ. Μαρούλης σημειώνει ότι ο υψηλός ρυθμός μεταβολής των εξαγωγών για την Ελλάδα αποδίδεται και στο γεγονός ότι οι εξαγωγές μας εκκινούν από χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τις υπόλοιπες εξεταζόμενες χώρες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές Α&Υ, παρά τη μεγάλη αύξησή τους, υστερούν έναντι των εισαγωγών, ενώ βαριά ελλειμματικό παραμένει το ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου αγαθών.
Πρωταθλητές τα διυλιστήρια, υψηλές επιδόσεις και στον κλάδο επίπλων
Σε σύνολο 24 κλάδων της εγχώριας παραγωγής αγαθών, οι 22 κλάδοι παρουσίασαν αύξηση εξαγωγών κατά την περίοδο 2009-2010. Λόγω των επιδόσεών τους, οι εξαγωγές αγαθών παραγόμενων στη χώρα μας, από 18,0 δισ. ευρώ ανήλθαν σε 33,5 δισ. ευρώ το 2018 με βάση τα στοιχεία εμπορικών συναλλαγών. Την κορυφαία επίδοση στις εξαγωγές σημείωσε ο κλάδος των καυσίμων και ενέργειας που εκτόξευσε τις εξαγωγές του από 3,5 δισ. ευρώ το 2009, σε 11,5 δισ. ευρώ το 2018. Κάθε χρόνο οι εξαγωγές του αυξάνονται κατά μέσον όρο 14% (σε τρέχουσες τιμές).
Η ραγδαία αυτή αύξηση αποδίδεται κυρίως στην εξαγωγή διυλισμένου πετρελαίου από τα δύο διυλιστήρια της χώρας. Σημαντικό μέρος επομένως της διεύρυνσης των εξαγωγών αποδίδεται στις εξαγωγές καυσίμων. Ωστόσο, υπάρχουν άλλοι 22 κλάδοι που σημειώνουν αύξηση εξαγωγών. Στους πιο σημαντικούς συγκαταλέγονται οι κλάδοι παιχνιδιών, επίπλων, μουσικών οργάνων (ΜΕΡΜ 11,4%), αργιλίου (ΜΕΡΜ 10,1%) κ.ά. Βελτίωση ακόμη παρουσιάζεται στις εξαγωγές μηχανών εσωτερικής καύσης, Η/Υ κ.ά.
Μόνον σε δύο κλάδους παρουσιάζεται μείωση των εξαγωγών αγαθών. Πρόκειται για τους κλάδους υφασμάτων-ενδυμάτων και των αυτοκινήτων, πλοίων κ.λπ. «Αν από το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών αγαθών», λέει ο κ. Ρεγκούζας από τη Stochasis, «αφαιρεθούν οι εξαγωγές ελάχιστων παραδοσιακών κλάδων, όπως, π.χ., η κλωστοϋφαντουργία και τα έτοιμα ενδύματα, ή ορισμένων έως πρόσφατα κρατικά υποστηριζόμενων κλάδων, όπως, π.χ., τα ναυπηγεία και οι βιομηχανίες πολεμικών εφοδίων και όπλων, η ανάπτυξη των εξαγωγών του συνόλου των υπολοίπων κλάδων της ελληνικής γεωργίας-κτηνοτροφίας και της ελληνικής βιομηχανίας ήταν εντυπωσιακή». Ο ίδιος σημειώνει ότι η εγχώρια παραγωγή ενδυμάτων υποχωρεί λόγω υψηλού ανταγωνισμού, ενώ η παραγωγή π.χ. αμυντικού και άλλου εξοπλισμού διακόπηκε ολοσχερώς κατά την περίοδο της προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Stochasis, η μεγαλύτερη ανάπτυξη των εξαγωγών καταγράφεται στα πρώτα πέντε χρόνια της κρίσης (2010-2014), ενώ στη συνέχεια (2014-2018) υποχωρεί. Σύμφωνα με τη μελέτη, την περίοδο 2010-18 ο ΜΕΡΜ ανέρχεται σε 7,1% ενώ κατά την περίοδο 2014-18 σε 4,2%. Τα αντίθετα ισχύουν με τις εισαγωγές. Δηλαδή τα πρώτα χρόνια εφαρμογής μέχρι και το 2016 οι εισαγωγές υποχωρούν και στα δύο τελευταία χρόνια (2017-18) εκτοξεύονται από 43 δισ. ευρώ το 2016 σε 55 δισ. ευρώ το 2018.
Με τα παραπάνω, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αγαθών,συρρικνώθηκε από 35,0 δισ. ευρώ το 2009 σε 21,76 δισ. ευρώ το 2018. Ωστόσο, το έλλειμμα σημειώνει συστηματικά αύξηση από το 2015 που υποχώρησε σε 17,6 δισ. ευρώ μέχρι και σήμερα. Η αύξηση αυτή του ελλείμματος, αποδίδεται κυρίως στο γεγονός ότι αυξάνονται οι εισαγωγές αγαθών (π.χ. αυτοκίνητα κ.λπ.), ενώ μετριάζεται ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών.
Πρώτοι προορισμοί των εγχώριων προϊόντων οι Ιταλία, Γερμανία, Τουρκία και Κύπρος
Μέσα στην κρίση οι ελληνικές επιχειρήσεις διεύρυναν τόσο τα προς εξαγωγή αγαθά τους όσο και τις γεωγραφικές αγορές που τα διέθεσαν. «Οι ελληνικές εξαγωγές έχουν ήδη εισέλθει ουσιαστικά στις αγορές των χωρών σε ολόκληρο τον κόσμο και οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις έχουν ήδη εγκαταστήσει ισχυρά προγεφυρώματα στις αγορές σε περισσότερες από 200 χώρες», παραδέχεται ο υπεύθυνος της μελέτης της Stochasis, Δημήτρης Μαρούλης.
Πάντως, ο σημαντικότερος όγκος ελληνικών εξαγωγών συνεχίζει να κατευθύνεται προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, παρότι το μερίδιο της τελευταίας βαίνει μειούμενο. Επίσης, τα στοιχεία δείχνουν ότι πέρυσι 30 χώρες του πλανήτη απορρόφησαν το 83,5% των ελληνικών εξαγωγών. Ειδικά για την Ε.Ε., το 2018 απορρόφησε το 52,8% των ελληνικών εξαγωγών αγαθών, από 56,7% που ήταν το 2009.
Οι «μεγάλες χώρες»
Αντίθετα, η Ελλάδα σημειώνει χαμηλές εξαγωγές στις λεγόμενες «μεγάλες χώρες» του πλανήτη, όπως είναι οι ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία, Κίνα, Ινδία, Ρωσία, Κορέα. Οι προαναφερόμενες χώρες δέχθηκαν ελληνικά προϊόντα αξίας μόλις 3,1 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 9% των συνολικών εξαγωγών της χώρας.
Μάλιστα, ως ποσοστό, οι «μεγάλες χώρες» υποχώρησαν σε σχέση με το 2009 (ήταν 12%), παρότι σε απόλυτο μέγεθος οι εξαγωγές προς τις ίδιες χώρες αυξήθηκαν (ήταν 2,2 δισ. ευρώ).
Η χώρα που δέχεται τα περισσότερα ελληνικά αγαθά, ύψους 3,5 δισ. ευρώ για το 2018, είναι η Ιταλία. Ακολουθεί η Γερμανία με 2,1 δισ. ευρώ, η Τουρκία με 2,0 δισ. ευρώ και η Κύπρος με 1,9 δισ. ευρώ.
Το εμπορικό ισοζύγιο αγαθών της χώρας, ωστόσο, είναι αρνητικό για τις δύο πρώτες χώρες (Ιταλία: 1,03 δισ. ευρώ, Γερμανία: 3,66 δισ. ευρώ) και θετικό για τις δύο τελευταίες (Τουρκία: 0,19 δισ. ευρώ, Κύπρος: 1,46 δισ. ευρώ).
Εν κατακλείδι, όπως σημειώνει η μελέτη της Stochasis, η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στην περίοδο 2010-2018 στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στους κλάδους στους οποίους η Ελλάδα κατέχει συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Τέτοιοι κλάδοι είναι ο τουρισμός, τα ελληνικά φρούτα και λαχανικά, το ελαιόλαδο, τα ψάρια και μαλακόστρακα, οι ελιές και άλλα γεωργικά προϊόντα, τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα, τα μεταλλεύματα και η μεταποίησή τους. «Ιδιαίτερα το αργίλιο, η διύλιση πετρελαίου, τα παιχνίδια κ.ά.» σημειώνουν μεγάλη αύξηση των εξαγωγών τους, αναφέρει ο κ. Μαρούλης, υποστηρίζοντας ότι η εξαγωγική δραστηριότητα στηρίζεται και σε ένα πλήθος βιομηχανικών κλάδων στους οποίους η χώρα δεν κατέχει συγκριτικό πλεονέκτημα.
Η βιομηχανία
Οι βιομηχανικές εξαγωγές της Ελλάδας, που περιλαμβάνουν και τη μεταποίηση των ελληνικών γεωργικών προϊόντων, αυξήθηκαν στα 17,7 δισ. ευρώ το 2018, από 15,9 δισ. το 2017 και 11,6 δισ. το 2009. Συμβάλλουν δε στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών κατά 53,8% το 2018 (από το 64,7% που ήταν το 2009).
Τιμές πώλησης
Σύμφωνα με τη μελέτη της Stochasis, στις αγορές των χωρών στις οποίες εξάγονται τα ελληνικά προϊόντα, το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών είναι χαμηλότερο του 0,5% σε άνω του 97% των περιπτώσεων. Επομένως, οι ελληνικές εξαγωγές αντιμετωπίζουν τιμές προϊόντων προσδιορισμένες από τρίτους δηλαδή είτε τοπικές επιχειρήσεις ή εξαγωγείς με μεγαλύτερα μερίδια.
Γεωργικά προϊόντα
Οι εξαγωγές γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,3% την περίοδο 2010-18, με τους υψηλότερους ρυθμούς να σημειώνονται την περίοδο 2010-14. Η Ελλάδα κατέχει σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα και οι εξαγωγές του κλάδου συμβάλλουν στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών κατά 12,2% το 2018, από 15,54% το 2009.
Πηγή: kathimerini.gr