Πολιτική & Οικονομία

Γιατί πρέπει να αισιοδοξούμε για την Ελλάδα

Πριν από δέκα χρόνια, η Ελλάδα βυθίστηκε σε μια κρίση χρέους η οποία απείλησε να σαρώσει πολύ από την πολιτική, κοινωνική και οικονομική πρόοδο που επετεύχθη αφότου το 1974 αποκαταστάθηκε η δημοκρατία, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα. Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 25%, η ανεργία εκτοξεύθηκε και η Ελλάδα έφτασε κοντά στην έξοδο από την ευρωζώνη. Η κρίση έσπασε τον ιστό της κοινωνίας και κατεδάφισε ένα από τα δύο πολιτικά κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία μετά την επιστροφή της χώρας στη λαϊκή κυριαρχία.

Σήμερα η κατάσταση «έκτακτης ανάγκης» τελείωσε και η προοπτική είναι λαμπερή. Οι αρχές έχουν άρει τα capital controls που επιβλήθηκαν προ τετραετίας. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έφτασε σε ιστορικό χαμηλό. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη είναι στο υψηλότερο σημείο από το 2010. Οι εκλογές του Ιουλίου έδωσαν άνετη κυβερνητική πλειοψηφία στη Νέα Δημοκρατία, ένα συντηρητικό κόμμα δεσμευμένο, υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, σε ένα καλά σχεδιασμένο πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων, δημοσιονομικής υπευθυνότητας και διοικητικού εκσυγχρονισμού.

Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας αντιπροσώπευε μια καθυστερημένη εκδίκηση της ελληνικής μπουρζουαζίας στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ήρθε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015 ως η πιο ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση που είδε η ευρωπαϊκή δημοκρατία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, ακόμα και επικριτές του Αλέξη Τσίπρα, του προηγούμενου πρωθυπουργού, πρέπει να παραδεχτούν ότι μέρος της ανάκαμψης πιστώνεται στον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εντέλει ήπιε το φάρμακο που χορήγησαν οι πιστωτές της Ελλάδας.

Η πιο εντυπωσιακή πτυχή της επιστροφής της Ελλάδας στη σταθερότητα είναι η ανθεκτικότητα της δημοκρατίας. Πολλοί ξένοι υποστήριζαν, στην κορύφωση της κρίσης, ότι η Ελλάδα κινδύνευε να ενδώσει στον δεξιό εξτρεμισμό ή ακόμα και να απαγκιστρωθεί από το δυτικό σύστημα συμμαχίας. Κι όμως η ακροδεξιά Χρυσή Αυγή δεν κέρδισε ούτε μία έδρα στις εκλογές του Ιουλίου. Εως τώρα από το να είναι ένας άβολος εταίρος για τους συμμάχους της στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, δικαίως θεωρείται ως πόλος σταθερότητας στα ταραγμένα Βαλκάνια και στην ανατολική Μεσόγειο.

Είναι σημαντικό να μη βάψουμε τα πάντα με με φωτεινά χρώματα. Η επιστροφή της Ελλάδας σε μια πολιτική σκηνή δύο κομμάτων είναι θετική εξέλιξη στον βαθμό που αποφεύγει το είδος του πολιτικού κατακερματισμού που είναι ορατός αλλού στην ΕΕ. Ωστόσο, το παλιό δικομματικό σκηνικό της χώρας, το οποίο έθετε τη Νέα Δημοκρατία ενάντια στο σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ ήταν διάσημο για τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά. Είναι κρίσιμο αυτά τα βαθύτερα ρεύματα της ελληνικής δημόσιας ζωής να μην αναπαραχθούν σε ένα σύστημα που τώρα κυριαρχεί η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η ποιότητα της ελληνικής δημοκρατίας εξαρτάται από περισσότερα απ’ ό,τι οι τακτικές ελεύθερες κοινοβουλευτικές εκλογές. Δεν είναι λιγότερο σημαντική η ανεξαρτησία των δημόσιων θεσμών, όπως το δικαστικό σύστημα και η κεντρική τράπεζα, οι οποίοι βρέθηκαν υπό πίεση όταν ανέλαβε την εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ. Παρομοίως ο κος Μητσοτάκης δεν πρέπει να χαλαρώσει τις προσπάθειές του να μεταρρυθμίσει τον δημόσιο τομέα, χώρο βαθιάς ανησυχίας για τους ξένους πιστωτές και επενδυτές, η στήριξη των οποίων θα είναι ουσιώδης για να προχωρήσει η Ελλάδα προς την οικονομική ανάκαμψη.

Είναι κακοτυχία που αυτή η ανάκαμψη ξεκινά τη στιγμή που η παγκόσμια οικονομία κατευθύνεται προς κόντρα ανέμους. Ακόμα και πριν εμφανιστούν αυτά τα σύννεφα στον ορίζοντα, η Ελλάδα δεν ανέκαμπτε από την κρίση χρέους με το σφρίγος άλλων οικονομιών της ευρωζώνης που χτυπήθηκαν, όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία. Ενας λόγος είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έκανε πολύ μικρή πρόοδο στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων και την ολοκλήρωση ιδιωτικοποιήσεων.

Ενας δεύτερος παράγοντας είναι η ευπάθεια των ελληνικών τραπεζών. Στα μέσα της χρονιάς βαρύνονταν με περίπου 85 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων. Εως ένα βαθμό, ωστόσο, οι συνθήκες ρευστότητας τώρα βελτιώνονται. Οι εγχώριοι ιδιώτες καταθέτες, οι οποίοι απέσυραν τα χρήματά τους με πανικό όταν η αρχική απερισκεψία του ΣΥΡΙΖΑ απείλησε να οδηγήσει την Ελλάδα εκτός της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, έχουν επιστρέψει από τις αρχές του 2018 περίπου 12,3 δισ. ευρώ στις τράπεζες.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε μια υποσχόμενη αρχή ανακοινώνοντας μειώσεις στους εταιρικούς φορολογικούς συντελεστές και άλλα μέτρα που στοχεύουν στο να βελτιώσουν το επενδυτικό κλίμα. Αυτά περιλαμβάνουν την προώθηση της καθυστερημένης επένδυσης των 8 δισ. ευρώ στο Ελληνικό, για την ανάπλαση της περιοχής γύρω από το παλιό αεροδρόμιο της Αθήνας.

Υπό την προϋπόθεση ότι ο κος Μητσοτάκης μείνει προσηλωμένος στα μεταρρυθμιστικά του σχέδια, οι Ευρωπαίοι πιστωτές της Ελλάδας θα μπορούσαν να προσφέρουν μια χείρα βοηθείας, μειώνοντας τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα που απαιτούν από τη χώρα μετά την έξοδό της από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης. Είναι προς το συμφέρον όλων, η Ελλάδα να μπει σε ένα βιώσιμο μονοπάτι υψηλότερης μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Ένα αμοιβαίο ενισχυτικό μείγμα ελληνικών μεταρρυθμίσεων και βοήθειας των πιστωτών είναι ο καλύτερος τρόπος για να φτάσει εκεί.

Πηγή: euro2day.gr