Οι ψηφιακές επιχειρήσεις υπόκεινται επί του παρόντος σε μέσο πραγματικό συντελεστή φόρου ίσο με το ήμισυ του αντίστοιχου συντελεστή της παραδοσιακής οικονομίας στην ΕΕ. Ωστόσο, η εικόνα που παρουσιάζει η Ένωση είναι εντελώς ανομοιογενής. Ορισμένα κράτη έχουν ήδη εισαγάγει ψηφιακό φόρο. Άλλα εργάζονται προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ κάποια δεν σχεδιάζουν τίποτα σε αυτό το στάδιο, καθώς περιμένουν ευρωπαϊκή ή διεθνή λύση. Σε γενικές γραμμές, μικρότερα κράτη με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, όπως το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία, που φιλοξενούν μεγάλες πολυεθνικές, θέλουν οι αλλαγές της ΕΕ να συνδυαστούν με μια παγκόσμια μεταρρύθμιση της ψηφιακής φορολογίας. Μεγαλύτερα κράτη, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, που ισχυρίζονται ότι έχουν χάσει εκατομμύρια ευρώ εσόδων λόγω της μετατόπισης των φορολογητέων κερδών των ψηφιακών ομίλων σε χώρες με χαμηλότερες φορολογίες, θέλουν μια γρήγορη λύση.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε, με μεγάλη πλειοψηφία, δύο γνωμοδοτήσεις επί των προτάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με τη φορολόγηση των επιχειρήσεων με σημαντική ψηφιακή παρουσία και με τον φόρο επί των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών μέσω Διαδικτύου. Τα μέλη του Κοινοβουλίου μάλιστα πρόσθεσαν στον κατάλογο της φορολογητέας ύλης την προσφορά «περιεχομένου σε ψηφιακή πλατφόρμα, όπως βίντεο, ήχο, παιχνίδια ή κείμενο μέσω ψηφιακής πλατφόρμας», είτε το περιεχόμενο ανήκει στην εν λόγω πλατφόρμα, είτε αυτή απλά κατέχει τα δικαιώματα διανομής (σσ αφορά ηλεκτρονικές πλατφόρμες με ψηφιακό περιεχόμενο, όπως το Netflix). Οι ευρωβουλευτές ζητούν επίσης να μειωθεί το ελάχιστο όριο, πέραν του οποίου ο κύκλος εργασιών μπορεί να υπόκειται σε φορολογία: οι κανόνες θα ισχύουν για κάθε οντότητα, που παράγει κύκλο εργασιών στην ΕΕ άνω των 40 εκατ.ευρώ σε ένα οικονομικό έτος. Να σημειωθεί ότι η Επιτροπή είχε προτείνει ως βάση τα 50 εκατ. ευρώ. Θυμίζουμε δε ότι οι προτάσεις που βρίσκονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, απαιτούν την ομόφωνη στήριξη και των 28 κρατών-μελών της ΕΕ.