Με επιτυχία συνεχίζεται το έργο «Αξιοποίηση παραπροϊόντων και αποβλήτων ελαιουργίας, για την παραγωγή καινοτόμων βιολειτουργικών ζωοτροφών και ποιοτικών ζωικών προϊόντων» – OliveFeed με κωδικό Τ2ΕΔΚ-03819, αποτελέσματα του οποίου παρουσιάστηκαν σε συνέδριο πανελλήνιας αλλά και πανευρωπαϊκής εμβέλειας.
Συγκεκριμένα, την Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2022 διοργανώθηκε στην Αθήνα από το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών το 10ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ελληνικής εταιρείας Λιπών και Ελαίων, μέλους της ευρύτερης Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας (EuroFed Lipid, eurofedlipid.org/) με θεματολογία που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει και τα αντιοξειδωτικά των προϊόντων, υποπροϊόντων και αποβλήτων της ελαιοκαλλιέργειας. Στο συγκεκριμένο συνέδριο, παρουσιάστηκαν με μορφή αφίσας από την ομάδα του Εργαστηρίου Χημείας και Τεχνολογίας Τροφίμων του ΑΠΘ, μέρος των αποτελεσμάτων που προέκυψαν από την εξέταση της περιεκτικότητας σε βιοδραστικές φαινόλες υγρών αποβλήτων (κατά βάση από τον ελαιοδιαχωριστήρα διαφασικών συστημάτων), και υποπροϊόντων (φύλλα ελιάς, ελαιοπυρήνες) που συλλέχθηκαν από 5 διαφορετικά ελαιοτριβεία που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή του Ν. Λακωνίας. Τα αποτελέσματα, που προέκυψαν σε συνεργασία με το Τμήμα Φαρμακευτικής (Τομέας Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων) του ΕΚΠΑ, αφορούν δύο διαφορετικές περιόδους δειγματοληψίας την περίοδο Δεκεμβρίου 2021 και Φεβρουαρίου 2022.
Όσον αφορά τα φύλλα της ελιάς που ξηράθηκαν σε δυο διαφορετικές θερμοκρασίες (70o και 140o C) περιείχαν βιοδραστικές ενώσεις, συγκεκριμένα τόσο ελαιοευρωπαΐνη, όσο και φλαβονοειδή. Το περιεχόμενο κατά μ.ο. ήταν 31,5 g γαλλικού οξέος/kg ξηρού φύλλου, 3,7 g κερκετίνης/ kg ξηρού φύλλου και το αντίστοιχο περιεχόμενο σε ελαιοευρωπαΐνη 12 g /kg ξηρού φύλλου. Η διακύμανση του περιεχομένου στα φύλλα ήταν μεγάλη. Αν και στην πρώτη δειγματοληψία φάνηκε ότι η ξήρανση σε υψηλότερη θερμοκρασία οδήγησε σε υλικό που αύξησε σημαντικά το περιεχόμενο σε φαινόλες και ελαιοευρωπαΐνη, δεν επιβεβαιώθηκε κατά τη δεύτερη δειγματοληψία. Η εκτίμηση των χρωματικών χαρακτηριστικών της σκόνης των φύλλων με ειδικό χρωματόμετρο πριν την ανάλυση έδειξε ότι η ποιότητά τους είναι υποβαθμισμένη καθώς αυτό ήταν της ώχρας (70o C) ή καφέ (140o C). Δεδομένης της δυναμικής των φύλλων με βάση τη διεθνή βιβλιογραφία, για την περίπτωση της αποτελεσματικής αξιοποίησής τους για τις ανάγκες του έργου, αφενός πρέπει να διερευνηθεί κατά πόσο τα χρωματικά χαρακτηριστικά είχαν υποβαθμιστεί πριν την ξήρανση ή ήταν αποτέλεσμα της διαδικασίας ξήρανσης οπότε να γίνουν κατά περίπτωση διορθωτικές κινήσεις.
Όσον αφορά την ελαιοπυρήνα, η διαχείριση του υλικού στους 70o C είχε σημαντικές δυσκολίες και από τις περιορισμένες δοκιμές το περιεχόμενο σε ολικές φαινόλες ήταν περίπου 50% χαμηλότερο από εκείνο των αντίστοιχων δειγμάτων που ξηράθηκαν στους 140ο C, πιθανώς λόγω μη αποτελεσματικού περιορισμού οξειδωτικών ενζύμων. Αξίζει να αναφερθεί ότι κατόπιν της ξήρανσης της ελαιοπυρήνας, αν ακολουθηθεί μηχανική κλασμάτωσή της ώστε να απομακρυνθούν ή δυνατόν τα θραύσματα από το κουκούτσι, προκύπτει ένα υλικό πλουσιότερο κατά περίπου ~3,3 σε ολικές φαινόλες και ~4,5 φορές σε ολική υδροξυτυροσόλη και τυροσόλη αντίστοιχα. Κατά συνέπεια φαίνεται μια ενδιαφέρουσα πηγή βιοδραστικών φαινολών, αν και το περιεχόμενό της με βάση το μέσο όρο (όχι την εποχική διακύμανση) ήταν χαμηλότερο εκείνου των ολικών φαινολών (~1,5 φορά) και της ελαιοευρωπαΐνης (~2,6-φορές) των φύλλων αντίστοιχα. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων από τα δείγματα του πρώτου χρόνου είναι υπό εξέλιξη, αναμένοντας δειγματοληψίες στο 2ο έτος, λαμβάνοντας υπόψη τα μέχρι τώρα ευρήματα.
Το έργο OliveFeed αποτελεί σύμπραξη 3 ιδιωτικών (AVMAP, ΒΙΟΖΩΚΑΤ, Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Λακωνίας) και 4 ερευνητικών φορέων (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης & Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας).