Η αμερικάνικη έκδοση του Fortune μόλις παρουσίασε την ετήσια λίστα Most Powerful Women για τις ΗΠΑ για 22η χρονιά. Η κατάταξη για το 2019 αποτελείται από περισσότερες CEO και περιέχει περισσότερο ανταγωνισμό από ποτέ. Και ήταν τόσες οι άξιες υποψήφιες που ακόμα και κάποιες από τις 36 CEO της λίστας Fortune 500 δεν κατάφεραν να βρεθούν στη φετινή λίστα MPW.
Δεν σημαίνει, βεβαίως, το γεγονός αυτό ότι ο επιχειρηματικός κόσμος έγινε ξαφνικά ένας κόσμος ισότητας των φύλων. Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος αντιπροσωπεύεται ευρέως στη φετινή κατάταξη, αλλά περιμένουμε ακόμα να δούμε μια γυναίκα να τίθεται επικεφαλής μιας μεγάλης αμερικανικής τράπεζας. Ταυτόχρονα, ο βαθμός παρουσίας μη λευκών γυναικών στα υψηλότερα κλιμάκια της εταιρικής ιεραρχίας παραμένει απογοητευτικός.
Σε κάθε περίπτωση, όπως αποδεικνύουν οι 50 παρουσίες της φετινής λίστας, οι γυναίκες κατέχουν πλέον περισσότερη εταιρική ισχύ παρά ποτέ – και δεν φοβούνται να τη χρησιμοποιήσουν.
Η λίστα Most Powerful Women in Business συντάσσεται από τους συντάκτες του Fortune στη βάση τεσσάρων κριτηρίων: το μέγεθος και η σημασία της εταιρείας για την παγκόσμια οικονομία, η υγεία και η κατεύθυνση της εταιρείας, η πορεία της καριέρας της γυναίκας, και η επίδρασή της σε κοινωνικό επίπεδο και επίπεδο κουλτούρας.
Ιδού, λοιπόν, οι 10 πρώτες γυναίκες των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ:
10. Ruth Porat – Αντιπρόεδρος και οικονομική διευθύντρια, Google, Alphabet
Η Alphabet βασίζεται στην τεράστια επιχειρηματική δραστηριότητα της Google στον κλάδο της διαδικτυακής διαφήμισης για να εξασφαλίζει το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεών της. Το 2018, οι πωλήσεις αυτές αυξήθηκαν κατά 23%, στα 136,8 δισεκατομμύρια δολάρια. Όμως, οι επενδυτές στρέφονται στην Porat και τα υπόλοιπα μέλη της διευθυντικής ομάδας ώστε να εξασφαλιστεί η διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας. Γι’ αυτό και η Porat έχει τονίσει επανειλημμένα ότι η Alphabet διοχετεύει πολλούς πόρους στον κλάδο του εταιρικού cloud.
9. Julie Sweet – CEO, Accenture
Η Sweet έγινε παγκόσμια διευθύνουσα σύμβουλος της Accenture τον Σεπτέμβριο. Στον νέο ρόλο της, επιβλέπει πάνω από 40 δισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα και σχεδόν 500.000 εργαζομένους. Η Sweet ανέβηκε ταχύτατα τα σκαλιά της ιεραρχίας στη γνωστή εταιρεία συμβούλων· εκεί βρέθηκε αρχικά το 2010 ως επικεφαλής συμμόρφωσης, ενώ το 2015 ανέλαβε επικεφαλής Βορείου Αμερικής. Ως διευθύνουσα σύμβουλος της συγκεκριμένης περιοχής, η Sweet διαχειρίστηκε την επέκταση της εταιρείας σε τομείς όπως το cloud και η ασφάλεια, ενώ σχεδόν τα μισά έσοδα της Accenture προήλθαν από τον τομέα ευθύνης της.
8. Safra Catz – Συν-διευθύνουσα σύμβουλος, Oracle
Η Oracle δέχθηκε ένα μεγάλο πλήγμα με τον αποκλεισμό της από τον διαγωνισμό για το πρόγραμμα JEDI του Πενταγώνου – ένα τεράστιο συμβόλαιο για την ανάπτυξη υποδομών cloud για το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ αξίας έως και 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Catz και η Oracle έχουν αμφισβητήσει ανοιχτά την αρτιότητα της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης, έχοντας μάλιστα υποβάλλει και αιτήσεις αναίρεσης ώστε να μπορέσει η εταιρεία να επανέλθει στον διαγωνισμό.
7. Phebe Novakovic – Πρόεδρος και CEO, General Dynamics
Οι αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες και η χαλάρωση των πολιτικών που αφορούν την πώληση όπλων σε ξένες κυβερνήσεις βοήθησαν τις βιομηχανίες όπλων των ΗΠΑ να αυξήσουν τις πωλήσεις τους το 2018. Και η General Dynamics δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα. Υπό την ηγεσία της Novakovic, η GD είχε έσοδα 36,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων πέρυσι – αριθμός αυξημένος κατά 17% σε σχέση με το 2017. Η εξαγορά της εταιρείας τεχνολογίας πληροφοριών CSRA συνέβαλλε σε αυτή την αύξηση.
6. Sheryl Sandberg – Επικεφαλής εταιρικών λειτουργιών, Facebook
Ολοένα και περισσότερο, η δουλειά της Sandberg μοιάζει να αποκτά έναν χαρακτήρα υπεράσπισης του Facebook από τους επικριτές του. Τον Ιούλιο, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ επέβαλε πρόστιμο-ρεκόρ ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο γνωστό κοινωνικό δίκτυο για να κλείσει η υπόθεση κατάχρησης προσωπικών δεδομένων των χρηστών εκ μέρους της εταιρείας. Τώρα, κάποιοι πολιτικοί σκέφτονται να προωθήσουν και την έναρξη έρευνας για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Πάντως, τα προβλήματα αυτά δεν έχουν εμποδίσει την ανάπτυξη της εταιρείας: το 2018, τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 37% σε ετήσια βάση.
Η Boudreaux ηγείται της προσπάθειας εκσυγχρονισμού και προσωποποίησης του χώρου της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Η Anthem έχει παρουσιάσει δύο εφαρμογές, μία εκ των οποίων επιτρέπει στον χρήστη να βλέπει το ιστορικό αιτημάτων ασφαλιστικής κάλυψης και εργαστηριακών δεδομένων. Υπό την ηγεσία της Boudreaux, η Anthem επιτάχυνε το λανσάρισμα της δικής της πλατφόρμας διαχείρισης αποζημίωσης για φαρμακευτική δαπάνη IngenioRx, η οποία αναμένεται να οδηγήσει σε εξοικονόμηση 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Στην προσπάθεια ενίσχυσης της τεχνολογικής επάρκειας της εταιρείας, η Boudreaux έχει προσελκύσει πολλούς εργαζομένους από την Apple.
4. Ginni Rometty – Πρόεδρος και CEO, IBM
Η αγορά της εταιρείας εταιρικού λογισμικού Red Hat από την IBM είναι όχι μόνο η μεγαλύτερη συμφωνία που σύναψε ποτέ ο τεχνολογικό κολοσσός αλλά και μία από τις μεγαλύτερες στην ιστορία του κλάδου της τεχνολογίας. Η Rometty παρουσιάζει την εξαγορά ως σημείο-κλειδί για τη στρατηγική «υβριδικού cloud» της IBM, στο πλαίσιο της οποίας οι πελάτες διαχειρίζονται τις υποδομές τους τόσο σε εσωτερικά κέντρα δεδομένων όσο και στο cloud. Η συμφωνία ίσως καθορίσει, εν τέλει, την κληρονομιά της Rometty· υπό την ηγεσία της, οι πωλήσεις έχουν μειωθεί κατά 20% στα 79,6 δισεκατομμύρια δολάρια την τελευταία πενταετία.
3. Abigail Johnson – Πρόεδρος και CEO, Fidelity Investments
Η Fidelity κατέγραψε επιδόσεις-ρεκόρ το 2018, τόσο από πλευράς εσόδων (20,4 δισεκατομμύρια δολάρια) όσο κι από πλευράς κερδών (6,3 δισεκατομμύρια δολάρια). Όμως, η πιο εμφανής ένδειξη της επιτυχίας της εταιρείας είναι τα 309 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρήμα νέων πελατών που εισέρευσαν στα ταμεία της εταιρείας πέρυσι – αριθμός αυξημένος κατά 20% σε σχέση με το 2017. Η Johnson προσέλκυσε νέους πελάτες σφυροκοπώντας ασταμάτητα τους ανταγωνιστές της Fidelity σε κάθε μέτωπο, από το ύψος των τελών μέχρι τις αποδόσεις.
2. Mary Barra – Πρόεδρος και CEO, General Motors
Οι πωλήσεις της GM παρέμειναν στάσιμες το 2018 αλλά η Barra προέβη σε κάποιες τολμηρές κινήσεις για να εξασφαλίσει τη μελλοντική επιτυχία της μεγαλύτερης αυτοκινητοβιομηχανίας των ΗΠΑ. Σε μια στιγμή που ο εμπορικός πόλεμος έχει οδηγήσει σε πτώση της ζήτησης από την Κίνα, η εταιρεία δίνει έμφαση στα φορτηγάκια pickup που πηγαίνουν πολύ καλά από πλευράς πωλήσεων στις ΗΠΑ. Παράλληλα, η Barra προχωρά ακάθεκτη με το μεγαλεπήβολο σχέδιό της να λανσάρει 20 νέα ηλεκτρικά μοντέλα στην αγορά μέχρι το 2023. Η πιο πρόσφατη πρόκληση για την ίδια; Η αντιμετώπιση της μακροβιότερης πανεθνικής απεργίας των τελευταίων 50 ετών στη GM.
1. Marillyn Hewson – Πρόεδρος και CEO, Lockheed Martin
Παρά τη διεθνή αβεβαιότητα που τροφοδοτείται από διεθνείς κυρώσεις και τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, η Hewson συνεχίζει την επιτυχημένη της πορεία στη Lockheed Martin. Οι πωλήσεις της βιομηχανίας όπλων αυξήθηκαν κατά 8% πέρυσι, με αριθμό-ρεκόρ παραγγελιών, ενώ το πρόγραμμα του μαχητικού F-35 προχωράει σταθερά παρά τα εμπόδια, όπως π.χ. η απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να θέσει εκτός προγράμματος την Τουρκία. Η εταιρεία προσπαθεί να αντισταθμίσει τα απολεσθέντα έσοδα με μια νέα συμφωνία για την αγορά F-35 από το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, καθώς και με ένα συμβόλαιο πώλησης ελικοπτέρων στο Πολεμικό Ναυτικό αξίας 1,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Πηγή: fortunegreece.com