Η σημασία της σύνδεσης του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας για την αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης αναδείχθηκε στο πλαίσιο της εκδήλωσης για το Ευρωπαϊκό Έτος Δεξιοτήτων «Ενισχύοντας την Ελλάδα με Δεξιότητες για ένα Βιώσιμο Μέλλον», που διοργάνωσε η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ).
«Είχαμε αφήσει πολύ καιρό εκτός της συζήτησης την επαγγελματική εκπαίδευση. Είναι η πτυχή που ακουμπάει και στα δύο μέρη, δηλαδή στο εκπαιδευτικό σύστημα και στην αγορά εργασίας» υπογράμμισε η Ιωάννα Λυτρίβη, Υφυπουργός Παιδείας, τονίζοντας τη σημασία της συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων πλευρών. «Μόνο έτσι υπάρχει πιθανότητα να προχωρήσουμε, είναι εθνικός στόχος» σημείωσε η κυρία Λυτρίβη, εξηγώντας ότι πρέπει να δουλέψουν μαζί και να συνομιλήσουν όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, εργαζόμενοι και εργοδότες. Όπως είπε, έχουν γίνει βήματα, βρίσκονται όλοι στο ίδιο τραπέζι, αλλά δεν συνομιλούν ακριβώς. Αναφέρθηκε επίσης στον καινούργιο νόμο για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, με τον οποίο ενοποιήθηκαν κάτω από ένα ενιαίο κέντρο, ένα γραφείο σταδιοδρομίας, που φιλοδοξεί να αποτελέσει τον δίαυλο επικοινωνίας της εκπαίδευσης και της αγοράς εργασίας.
Στη συζήτηση που συντόνισε ο Αντώνης Φουρλής, δημοσιογράφος της Huffingtonpost.gr, ο Χρήστος Ιωάννου, Advisor to the Board του ΣΕΒ, επισήμανε ότι οι επιχειρήσεις αισθάνονται τις αλλαγές και αυτό που χρειαζόμαστε ως χώρα είναι να έχουμε επιστημονική εικόνα για τις τάσεις και τις ανάγκες, ώστε να ανταποκρίνονται στο εκπαιδευτικό σύστημα. «Μένουν πολλά ακόμα να γίνουν. Αν θέλουμε να ξεφύγουμε θα πρέπει να κάνουμε μια δεκαετία παιδείας» είπε ο κ. Ιωάννου. Σημείωσε ότι η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει και τον λιγότερο εκπαιδευμένο να αναβαθμίσει γρήγορα τις δεξιότητές του, προσθέτοντας ότι η γνώση υπάρχει και χρειαζόμαστε τις δεξιότητες, τη δικτύωση και την κοινή γλώσσα για να κάνουμε το επόμενο βήμα.
Ο Χρήστος Γούλας, Γενικός Διευθυντής, Labour Institute της ΓΣΕΕ έκανε λόγο για ένα δίπολο μεταξύ των εργαζομένων. Από τη μία οι υπερεκπαιδευμένοι, που κυνηγούν συνεχώς τα προσόντα και από την άλλη οι υποεκπαιδευμένοι, οι οποίοι διαθέτουν χαμηλά προσόντα κι είναι επί της ουσίας αποκλεισμένοι από τα προγράμματα κατάρτισης. Υποστήριξε ότι οι εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται ότι χρειάζεται να επενδύσουν στον εαυτό τους, απαιτούν όμως να υπάρχουν δημόσιοι φορείς δια βίου μάθησης και να αλλάξει η κουλτούρα των επιχειρήσεων, που θα πρέπει να φροντίζουν να καταρτίσουν και να επιμορφώσουν τους εργαζομένους τους. Συμπλήρωσε ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα σε ώρες εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, με χαμηλές αμοιβές και έλλειψη κινήτρων για τη συμμετοχή των εργαζομένων σε προγράμματα κατάρτισης.
Η Ευγενία Μπόζου, Head of Government Affairs and Public Policy της Google για Ελλάδα, Κύπρο και Μάλτα, υπογράμμισε ότι υπάρχουν τέσσερις λόγοι που καθιστούν σημαντική τη συνεργασία των εταιρειών με το υπουργείο Παιδείας. Ο πρώτος είναι ότι το υπουργείο ξέρει καλύτερα τις πραγματικές ανάγκες που υπάρχουν, ο δεύτερος ότι μπορούν να επιτευχθούν πολύ καλύτερα αποτελέσματα μέσα από τη συνεργασία, ο τρίτος ότι κανείς δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνος του και ο τέταρτος η αξιοπιστία που προσφέρει ένα πρόγραμμα όταν προσφέρεται με τη σφραγίδα του υπουργείου. «Ειδικά για την Ελλάδα πρέπει να εστιάσουμε στην μικρομεσαία επιχείρηση» προσέθεσε η κυρία Μπόζου.
Στη σημασία εστίασης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στάθηκε και η El Liza Mohamedou, Επικεφαλής του κέντρου δεξιοτήτων του ΟΟΣΑ (OECD), καθώς αντιμετωπίζουν τις περισσότερες δυσκολίες. Υπογράμμισε ότι τα προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να στοχεύσουν σε αυτούς που έχουν τις χαμηλότερες δεξιότητες, σημείωσε ότι υπάρχουν πολλά προσκόμματα στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην αγορά εργασίας και συμπλήρωσε ότι χρειάζονται οι κατάλληλες πολιτικές για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, αλλά και η έναρξη της δια βίου μάθηση από μικρή ηλικία.
Η Αναστασία Πούλιου, Expert in qualifications and credentials- Future of VET, CEDEFOP, υποστήριξε ότι το ζήτημα αναβάθμισης των δεξιοτήτων, μας αφορά όλους, το θέμα είναι ποιοι είναι έτοιμοι να το καταλάβουν. Ανέφερε ότι οι νέοι αναζητούν, οι ηλικιωμένοι όμως δυσκολεύονται να καταλάβουν τι απαιτείται από αυτούς και προσέθεσε ότι όλες οι πλευρές έχουν αντιληφθεί την ανάγκη να δημιουργηθούν τα μικροδιαπιστευτήρια, δηλαδή έναν φάκελο που να μην περιέχει μόνο ένα πτυχίο, αλλά ο πολίτης να μπορεί να εντάξει και τις δεξιότητες που αναπτύσσει.
Την ανάγκη να επενδύσουν οι χώρες σε εξειδικευμένο προσωπικό ανέδειξε σε μήνυμά του ο Nicolas Schmit, Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα Εργασίας και Κοινωνικών Δικαιωμάτων. Όπως είπε η Επιτροπή αναλαμβάνει πρωτοβουλίες με σαφή στρατηγική, θέτοντας ως στόχο το 60% των ενηλίκων να μπει σε πρόγραμμα δια βίου μάθησης μέχρι το 2030. «Το Ταμείο Ανάκαμψης θα διοχετεύσει στην Ελλάδα πόρους ύψους 3,5 δις. ευρώ για την ανάπτυξη και την ενίσχυση των δεξιοτήτων» είπε ο κ. Schmit.
Στη συνέχεια ακολούθησε συζήτηση σχετικά με τις δεξιότητες για έναν προσβάσιμο και χωρίς αποκλεισμούς εργασιακό χώρο υπό τον συντονισμό του Αντώνη Φουρλή, δημοσιογράφου της Huffingtonpost.gr. Σύμφωνα με τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) η προτεραιότητα ενός εργαζόμενου είναι να εκπαιδευτεί ώστε να δέχεται και να συνεργάζεται με κάποιον που στα μάτια του θεωρείται διαφορετικός. «Στην έννοια του πολιτισμού να βάλουμε και την έννοια της διαφορετικότητας. Κάθε επιχείρηση να είναι ανοιχτή στην έννοια της διαφορετικότητας, να μην βάζει κριτήρια, να έχει ευέλικτες πολιτικές και να δίνει ίσες ευκαιρίες στον ανάπηρο πολίτη» σημείωσε ο κ. Κυμπουρόπουλος.
Υπογράμμισε ότι πρέπει να γίνει διεύρυνση της δεξαμενής των δεξιοτήτων και των ανθρώπων και να αλλάξουμε εκ βάθρων τον τρόπο που κατανοούμε το ταλέντο. «Χρειάζονται πολιτικές μηδενικής διάκρισης, να μετατραπεί σε πράξη ο νόμος για την ίση πρόσβαση στην εργασία, να πιστέψουμε από μικροί στη μοναδικότητα και την ικανότητα του κάθε ανθρώπου στο κατάλληλο περιβάλλον» συμπλήρωσε ο Ευρωβουλευτής.
Η Νίκη Δανδόλου, Ειδική Γραμματέας διαχείρισης προγραμμάτων ΕΚΤ, Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών σημείωσε ότι είναι μεγάλη η επιρροή της προσαρμοστικότητας στη δεξιότητα, λέγοντας ότι μέχρι το 2030 το 40% των ενηλίκων στην Ελλάδα θα βρίσκεται σε διαδικασία κατάρτισης κάθε χρόνο. «Η δια βίου εκπαίδευση είναι μια αναγκαιότητα για να προσαρμοστούμε στο σήμερα και στον κόσμο του αύριο» συμπλήρωσε η κυρία Δανδόλου.
Η Σοφία Εφραίμογλου, Πρόεδρος του ΕΒΕΑ επισήμανε ότι μπορεί να βλέπουμε τους δείκτες ανεργίας να μειώνονται, όμως η ανεργία των γυναικών καλά κρατεί, όπως και η περιορισμένη πρόσβαση στην νεοφυή επιχειρηματικότητα. «Οι ποσοστώσεις βοηθούν για να φτάσουμε εκεί που πρέπει» είπε η κυρία Εφραίμογλου, τονίζοντας ότι το ΕΒΕΑ θα προχωρήσει στην εκπαίδευση γυναικών άνω των 45 για να τις εντάξει εκ νέου στην αγορά εργασίας, όπως και σε πρόγραμμα αναβάθμισης δεξιοτήτων σε άνεργες γυναίκες.
Η Κατερίνα Παπανικολάου, Senior Manager, PwC στάθηκε στη σημασία να δουλέψουμε όλοι μαζί για την ορατή και τη μη ορατή διαφορετικότητα. «Υπάρχει ταλέντο, το οποίο μερικές φορές οι εταιρείες δεν είναι έτοιμες να φέρουν και να αξιοποιήσουν. Είναι σημαντικό να φέρουμε τη διαφορετικότητα της σκέψη και της οπτική του κάθε εργαζόμενου σε μία εταιρεία» τόνισε η κυρία Παπανικολάου, λέγοντας ότι έχουμε δρόμο ακόμα δρόμο για να το πετύχουμε.
Τέλος, ο Αθανάσιος Πάτσακας Senior Sales Leader για Ελλάδα, Κύπρο & Μάλτα της Amazon υπογράμμισε ότι οι μελέτες έχουν δείξει ότι όταν οι εργαζόμενοι βιώνουν τη συμπερίληψη αποδίδουν καλύτερα, θεωρούν ότι ανήκουν στον οργανισμό. «Σημασία δεν έχει μόνο να υπάρχει η κουλτούρα, αλλά να δημιουργήσουμε και το περιβάλλον που θα προάγει αυτή την κουλτούρα» είπε ο κ. Πάτσακας.