Επιχειρηματικότητα

Ο trader που έβγαλε 2 δισ. δολάρια το 2019 χωρίς κανέναν πελάτη

Πριν από τέσσερα χρόνια, ο διαχειριστής hedge fund Michael Platt αποφάσισε να ακολουθήσει αυτόνομη πορεία και να κλείσει την πόρτα της εταιρείας του, BlueCrest Capital Management, σε υποψήφιους πελάτες. Διατήρησε ωστόσο τους traders της BlueCrest και συνέχισε να δραστηριοποιείται στις χρηματοπιστωτικές αγορές με “καύσιμο” την προσωπική περιουσία του.

Πέρυσι, η συναλλακτική δραστηριότητα της BlueCrest, αφαιρουμένων των δαπανών, είχε καθαρή απόδοση 53,5%, αποφέροντας στον Platt κέρδη της τάξης των 2 δισ. δολαρίων. Το μεγαλύτερο μέρος της απόδοσης της BlueCrest δεν προήλθε από τις συναλλαγές μετοχών, οι οποίες εκτινάχθηκαν το προηγούμενο έτος, αλλά από τις σημαντικές μακροπρόθεσμες θέσεις σε επενδύσεις σταθερού εισοδήματος στις αρχές του 2019, σύμφωνα με πρόσωπο που έχει γνώση της δραστηριότητας του Platt.

Η BlueCrest έχει διαγράψει μια εξαιρετική πορεία από τότε που ο Platt έκλεισε την πόρτα της εταιρείας σε υποψήφιους πελάτες, με το σερί των επιτυχιών του μάλιστα να λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο που πολλά hedge funds αντιμετωπίζουν προκλήσεις. Η μέση απόδοση των hedge funds το 2019 κυμάνθηκε στο 10,35%, σύμφωνα με την Hedge Funds Research, η οποία μοιάζει μικρή σε σύγκριση με την απόδοση 31,5% που κατέγραψε η αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά το ίδιο διάστημα. Ο Platt αρνήθηκε να προβεί σε κάποιο σχόλιο επ’ αυτού.

Οι πενιχρές αποδόσεις των hedge funds οδήγησαν πάντως πολλούς “γκουρού” του χώρου να εγκαταλείψουν, απογοητευμένοι, τη δραστηριότητά τους τα τελευταία χρόνια. Το 2019, για παράδειγμα, ο δισεκατομμυριούχος Louis Bacon έβαλε “λουκέτο” στην εταιρεία του που επένδυε σε άλλα hedge funds, επικαλούμενος “τα απογοητευτικά αποτελέσματα των εν λόγω κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια”. Ο Leon Cooperman, ο John Griffin και ο Richard Perry είναι μερικά ακόμα μεγάλα ονόματα του χώρου που αποχώρησαν.

Όσον αφορά την BlueCrest, ήταν μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου των hedge funds. Ιδρύθηκε το 2000 από τον Platt, πρώην trader της JPMorgan από την Αγγλία, και έφτασε να έχει υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία αξίας 35 δισ. δολαρίων. Οι ομάδες των traders που απασχολούσε η BlueCrest εξειδικεύονταν στις άμεσες συναλλαγές σε μια ευρεία γκάμα αγορών, ενώ ο Platt ήταν πολύ αυστηρός στην επιλογή των υπαλλήλων του, θέτοντας εκτός εταιρείας με συνοπτικές διαδικασίες όσους δεν απέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και επιβραβεύοντας όσους παρουσίαζαν καλές επιδόσεις.

Ωστόσο, μια από τις ομάδες traders της BlueCrest, η οποία χρησιμοποιούσε ποσοτικούς αλγόριθμους στις συναλλαγές της, υπό τη διαχείριση της Leda Braga, σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία και τελικά αποσπάστηκε, μετεξελισσόμενη σε αυτόνομη εταιρεία hedge fund, “ψαλλιδίζοντας” μέρος των περιουσιακών στοιχείων που είχε υπό τη διαχείρισή της η BlueCrest.

Μετά από κάποια χρόνια απογοητευτικών αποδόσεων, η εμπιστοσύνη των επενδυτών στο πρόσωπο του Platt περιορίστηκε, με το ενδιαφέρον τους να επικεντρώνεται κυρίως σε ένα ιδιόκτητο επενδυτικό “όχημα” της BlueCrest, το οποίο διαχειριζόταν μόνο την προσωπική περιουσία του Platt καθώς και κεφάλαια συνεργατών και υπαλλήλων της BlueCrest.

Ωστόσο, το 2015, ο Platt αποφάσισε ότι η “αμφισβήτηση” που εισέπραττε από συμβούλους επενδύσεων και οι απαιτήσεις των επενδυτών για μικρότερες προμήθειες, δεν ήταν ανάλογες της προσπάθειάς του. Έτσι, επέστρεψε στους πελάτες της BlueCrest κεφάλαια ύψους 7 δισ. δολαρίων, τα οποία διαχειριζόταν για λογαριασμό τους, και αποφάσισε ότι έκτοτε η εταιρεία θα διαχειριζόνταν μόνο τα προσωπικά του κεφάλαια και χρήματα των συνεργατών και των υπαλλήλων της.

Έτσι, αν και είχε στη διάθεσή του ένα πολύ μικρότερο χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων, ο Platt προχώρησε σε πιο ριψοκίνδυνες τοποθετήσεις επιτυγχάνοντας ισχυρές αποδόσεις.

Παρότι ο Platt αποφεύγει τη δημοσιότητα, τον περασμένο Δεκέμβριο απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα όταν κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο ένα “περίεργο” βίντεο που παρουσίαζε τον ίδιο να λέει σε έναν οδηγό ταξί της Νέας Υόρκης ότι είναι το πιο καλοπληρωμένο άτομο στον χρηματοοικονομικό κλάδο.

Πηγή:Capital.gr