Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και η μετάβαση σε μια οικονομία της γνώσης απαιτεί να επενδύσουμε μακροπρόθεσμα στην καινοτομία, τη συνεργατικότητα και την επιχειρηματικότητα, αξιοποιώντας τη δυναμική και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας. Ένα ανταγωνιστικό οικοσύστημα νεοφυών επιχειρήσεων μπορεί να αποτελέσει ισχυρό μοχλό ανάπτυξης της καινοτομίας των ελληνικών επιχειρήσεων και προσέλκυσης ξένων επενδύσεων. Οι startups μπορούν να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα υφιστάμενων κλάδων, μέσω της δημιουργίας συμπληρωματικών εταιρικών σχέσεων με επιχειρήσεις.
Ο ΣΕΒ υποστηρίζει ότι στα επόμενα 5 χρόνια, η Ελλάδα μπορεί να γίνει πόλος ανάπτυξης των startups και ανάκτησης του brain drain με την προϋπόθεση όμως ότι θα υλοποιήσει μεταρρυθμιστικές πολιτικές και κίνητρα ειδικά για τις νεοφυείς επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους σε αυτές (ανάλογα της Ε.Ε.), ώστε να αποτελέσουν καταλύτη βιωσιμότητας. Χωρίς τέτοιες μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται στις χαμηλές θέσεις του δείκτη καινοτομίας της Ε.Ε. (22η στους 28) όπου καταγράφεται μια εικόνα στασιμότητας από το 2010 έως σήμερα. Έτσι, ακόμη και αξιόλογες χρηματοδοτικές πρωτοβουλίες όπως το Equifund, θα λειτουργήσουν αποσπασματικά αναλώνοντας και πάλι δημόσιους πόρους χωρίς θετικό μακροχρόνιο αποτύπωμα.
Την περίοδο 2012-2016 έχουν επενδυθεί περισσότερα από €250 εκατ. σε ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις, ενώ έχουν λειτουργήσει πάνω από 10 θερμοκοιτίδες και επιχειρηματικά κεφάλαια (VC). Αλλοδαποί επενδυτές απέκτησαν πλειοψηφικές συμμετοχές σε νεοφυείς επιχειρήσεις, όπως οι BugSense, Hellas Direct, Innoetics και Taxibeat. Τέσσερις Έλληνες περιλαμβάνονται στην έκδοση του 2018 του Forbes 30 Under 30. Παρόλα αυτά, το αναδυόμενο οικοσύστημα των startups αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην Ελλάδα με αποτέλεσμα να είναι καθηλωμένο σε μια αναλογία περίπου 4,5 νεοφυών επιχειρήσεων ανά 100.000 κατοίκους το 2017, και να υπολείπεται σημαντικά των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών (Πορτογαλία 10/100.000, Ιρλανδία 34/100.000). Η έλλειψη βασικών δεξιοτήτων διοίκησης, η περιορισμένη συνεργασία με εδραιωμένες επιχειρήσεις και πανεπιστήμια, ο φόβος αποτυχίας, το δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον με έλλειψη κινήτρων, η υψηλή φορολογία εργαζομένων και επιχειρήσεων και οι περίπλοκες διαδικασίες λειτουργούν αποτρεπτικά και περιορίζουν τη μετουσίωση καινοτομίας σε εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες. Ως αποτέλεσμα, η καινοτομία στη νεοφυή επιχειρηματικότητα παραμένει σποραδική και μικρής προστιθέμενης αξίας παρά τους 6.000 ερευνητές, 1.500 ερευνητικές ομάδες, 200 εργαστήρια, την υψηλή συμμετοχή στο Horizon 2020 και το μεγάλο αριθμό πτυχιούχων STEM (25% έναντι 16% στις χώρες ΟΟΣΑ). Έτσι, μόνο 1‰ των startups στην Ελλάδα είναι υψηλής επίδρασης (high impact) στην οικονομία, ενώ στο Ισραήλ είναι 1% και στις ΗΠΑ 1 στις 12. Ειδικότερο σημείο που πρέπει να προβληματίσει είναι η περιορισμένη μέχρι σήμερα συνεργασία των εδραιωμένων επιχειρήσεων με τις startups και η επακόλουθη αδυναμία να κεφαλαιοποιήσουν την ευελιξία, την καινοτομία και τις επιχειρηματικές ευκαιρίες που προσφέρουν.
Η στρατηγική που προτείνει ο ΣΕΒ για το οικοσύστημα καινοτομίας περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις και δράσεις για μεγάλες επιχειρήσεις, δημόσιους φορείς, πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα σε επτά άξονες: 1. Ανάπτυξη δικτύου καινοτομίας, 2. Ανάπτυξη συνεργασιών και δικτυώσεων, 3. Διαμόρφωση φορολογικής πολιτικής ενθάρρυνσης startups και καινοτομίας, 4. Διαμόρφωση ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, 5. Κατοχύρωση & αξιοποίηση πνευματικής ιδιοκτησίας 6. Πολιτικές για την προσέλκυση ταλέντου και 7. Ανάπτυξη δεξιοτήτων για τις ανάγκες τις αγοράς.
Οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν εξαιρετικά θετικό δημοσιονομικό αντίκτυπο και θα συμβάλουν εντός πέντε ετών στη δημιουργία ενός οικοσυστήματος με 2.100 startups και περίπου 20.000 νέες θέσεις εργασίας. Βάση αυτών των μεταρρυθμίσεων είναι η εργαλειοθήκη «Το οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων στην Ελλάδα – Μια εξαιρετική ευκαιρία για οικονομική ανάπτυξη» που παρουσίασε στο πρόσφατο επενδυτικό συνέδριο του ΣΕΒ η BOSTON CONSULTING GROUP.
Για να διαβάσετε ολόκληρη τη μελέτη του ΣΕΒ, εδώ.