Σημαντικές παρενέργειες σε όλη την αλυσίδα παραγωγής αναμένεται να έχει η εκτίναξη των τιμών των καυσίμων. Μετά την τελευταία φοροεπιδρομή, η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των έξι ακριβότερων χωρών παγκοσμίως στην αμόλυβδη βενζίνη ενώ πλασάρεται στην πρώτη 15αδα και με βάση τη λιανική τιμή χρέωσης του πετρελαίου κίνησης.
Ωστόσο, οι Έλληνες νησιώτες έχουν βρεθεί σε ακόμη χειρότερη θέση. Από την προηγούμενη Δευτέρα πληρώνουν ένα λίτρο βενζίνης 95 οκτανίων ακόμη και προς 1,93 ευρώ το λίτρο, τιμή η οποία δεν εντοπίζεται ούτε καν στην πιο ακριβή χώρα του πλανήτη, που είναι το Χονγκ Κονγκ.
Το οικονομικό επιτελείο, σύμφωνα με την Καθημερινή της Κυριακής, προσδοκά ότι η αύξηση της φορολογίας στις τιμές των καυσίμων θα φέρει στα κρατικά ταμεία 670 εκατ. ευρώ περισσότερα μέσα στο 2017 συγκριτικά με το 2016. Ωστόσο, ενώ το κύμα ανατιμήσεων σαρώνει την αγορά από την Πρωτοχρονιά, η πτώση της κατανάλωσης είναι συνεχής κατά τη διάρκεια των τριών μνημονίων. Μόνο οι πωλήσεις της αμόλυβδης έχουν συρρικνωθεί κατά περισσότερο από ένα δισεκατομμύριο λίτρα σε ετήσια βάση.
Τα δημόσια έσοδα αναμένεται να επηρεαστούν και από τη συνεχιζόμενη “στροφή” στην πετρελαιοκίνηση: το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να περιορίσει τη ζημιά αυξάνοντας περισσότερο τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο πετρέλαιο κίνησης απ’ ότι στην αμόλυβδη (10 λεπτά του ευρώ μαζί με τον ΦΠΑ στο πετρέλαιο έναντι 4 λεπτών στην αμόλυβδη).
Παρ’ όλα αυτά για κάθε λίτρο που μετατοπίζεται από το ένα καύσιμο στο άλλο, το Δημόσιο εξακολουθεί να χάνει έσοδα της τάξεως των 34 λεπτών. Και αυτό διότι για κάθε λίτρο αμόλυβδης, το Δημόσιο εισπράττει από την πρωτοχρονιά ένα ευρώ (περίπου το 67% της τιμής λιανικής), ενώ για κάθε λίτρο πετρελαίου κίνησης εισπράττει 66 λεπτά του ευρώ ή 53% της τιμής λιανικής.