Έως και τα µέσα της δεκαετίας του ’90, οι περισσότερες Eλληνίδες φαντάζονταν ότι οι λαµπερές βιτρίνες µε τα κοσµήµατα της Folli Follie ανήκαν σε κάποιον ιταλικό οίκο κοσµηµάτων. Η αλήθεια είναι πως οι ιδρυτές της φίρµας, Δηµήτρης Κουτσολιούτσος, και η σύζυγός του, Καίτη, αν και αµιγώς ελληνικής καταγωγής, έθεσαν τις βάσεις της επιχείρησής τους στον ιταλικό Βορρά. Εκεί γνωρίστηκαν ως φοιτητές, γαλουχήθηκαν ως «πολίτες του κόσµου» και αποφάσισαν να κάνουν την «τρέλα» τους· να εκµεταλλευτούν, δηλαδή, το καλό γούστο τους, τα χειροποίητα κοσµήµατα της Καίτης και το επιθετικό επιχειρηµατικό δαιµόνιο του Δηµήτρη, αλλά και να «οικοδοµήσουν» µια φίρµα η οποία µέσα στις επόµενες δεκαετίες θα αποκτούσε παγκόσµια εµβέλεια.
Το ζευγάρι άνοιξε την εταιρεία του το 1982 και δηµιούργησε το πρώτο κατάστηµά της στο Κολωνάκι. Σήµερα το εγχείρηµά τους βρίσκεται σε περισσότερες από 30 χώρες και ελέγχει µια αλυσίδα µε πάνω από 660 καταστήµατα. Παράλληλα, στις τρεις και πλέον δεκαετίες που µεσολάβησαν, η εταιρεία της οικογένειας απέκτησε πολυσχιδή χαρακτήρα, εντάσσοντας νέες φίρµες και δραστηριότητες.
Σήµερα ελέγχει πλειοψηφικά τα σηµαντικότερα πολυκαταστήµατα της χώρας (Attica και Factory Outlet), αντιπροσωπεύει στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια αλλά και στη δυτική Ευρώπη σηµαντικά brands ένδυσης, και έχει αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της βρετανικής εταιρείας κοσµηµάτων Links of London, την οποία αναπτύσσει διεθνώς.
Τίποτα, ωστόσο, δεν ήταν προβλέψιµο από την αρχή. Η οικογένεια Κουτσολιούτσου λέει πως διέγνωσε το «κενό στην αγορά». Διαπίστωσε πως ανάµεσα στο φθηνό faux bijoux και στα πανάκριβα κοσµήµατα µεσολαβούσε τότε… το χάος. Δεν υπήρχαν αναγνωρίσιµες φίρµες που να διαθέτουν «προσιτή πολυτέλεια»· και αποφάσισαν να την προσφέρουν. Σχεδόν επέβαλαν το ασήµι ως luxury µέταλλο κοσµηµάτων, δηµιουργώντας συλλογές µε αφαιρετικό σχεδιασµό, πολύ διαφορετικό από το κυρίαρχο στιλ της τότε ελληνικής αργυροχρυσοχοΐας. Οι συλλογές σιγά σιγά διανθίστηκαν µε ρολόγια αλλά και αξεσουάρ µόδας, όπως τσάντες και άλλα δερµάτινα είδη.
Στη διοίκηση της εταιρείας εισήλθε σταδιακά και ο γιος του ζευγαριού, Τζώρτζης Κουτσολιούτσος, σηµερινός διευθύνων σύµβουλος και αντιπρόεδρος του οµίλου. «Επιχειρηµατικότητα σηµαίνει πρόκληση. Δεν µπορεί παρά να είναι συνδεδεµένη µε διαχειριστικές και διοικητικές προκλήσεις. Για πάνω από τρεις δεκαετίες, η επιχειρηµατική ιστορία µας είναι γεµάτη από απαντήσεις σε τέτοιες προκλήσεις, που κληθήκαµε –µε επιτυχία, τελικά– να αντιµετωπίσουµε» σηµειώνει.
Μόλις το 1995, ενώ όλοι οι εξωστρεφείς επιχειρηµατίες επένδυαν στο «Ελ Ντοράντο των Βαλκανίων» –ή το πολύ πολύ κατέστρωναν σχέδια εισόδου σε κάποια ευρωπαϊκή αγορά– η οικογένεια Κουτσολιούτσου προέβη σε µια εντελώς απρόσµενη κίνηση διεισδύοντας στην Ιαπωνία. Στην αρχή συνεταιρίζεται και αναπτύσσει καταστήµατα της φίρµας στα πιο εµβληµατικά εµπορικά σηµεία της απαιτητικής ιαπωνικής αγοράς.
Η δουλειά πηγαίνει καλά και η Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου αποτελεί πλέον µια βάση για σταδιακή επέκταση και στις υπόλοιπες αγορές της Ασίας. Έτσι, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Follie Follie έχει βάλει πια πλώρη για την Κίνα, αποτελώντας µία από τις πρώτες ευρωπαϊκές εταιρείες που πάτησαν στη γεµάτη προκλήσεις αγορά της. Συνεταιρισµοί µε ντόπιους επιχειρηµατίες, δικτύωση µε ενδηµούντες παράγοντες και µεταφορά της παραγωγής στο Χονγκ Κονγκ ήταν τα «κλειδιά» που ήραν σιγά σιγά τα εµπόδια της αυτόνοµης δραστηριότητας.
Μετά την πρώτη δεκαετία, η Folli Follie ανοίγει σχεδόν ένα καινούργιο κατάστηµα την εβδοµάδα στις πιο κεντρικές λεωφόρους των µεγάλων αστικών κέντρων µιας αχανούς χώρας, όπου η καταναλωτική ζήτηση δεν έχει αντίπαλο. «O όµιλος, µέσω της Folli Follie και της Links of London, έχει µια εξαιρετικά επιτυχηµένη παρουσία στην Κίνα για περισσότερα από δέκα χρόνια, ως µέρος µιας στρατηγικής ανάπτυξης την οποία ακολουθούµε πιστά. Η παρουσία µας στην Ασία, και ειδικότερα στην Κίνα, αποτελεί βασική επιδίωξή µας και θα συνεχίσουµε την επιτυχηµένη πορεία ανάπτυξης µέσω δυναµικών επενδύσεων» δηλώνει ο διευθύνων σύµβουλος του οµίλου.
Ο ίδιος θεωρεί ότι υπάρχει µια τάση υπερβολής ως προς την ανησυχία των αγορών για την Κίνα. Αντιθέτως, υποστηρίζει ότι υπάρχει σαφής και ξεκάθαρη κατεύθυνση προς τη βιώσιµη ανάπτυξη της εν λόγω αγοράς. Περνώντας τη µισή ζωή του στην Κίνα, γνωρίζει εκ των έσω τις εξελίξεις στη δεύτερη µεγαλύτερη οικονοµία του πλανήτη. Εκτιµά δε ότι η κινεζική κυβέρνηση αναπροσαρµόζει τον τρόπο λειτουργίας του οικονοµικού της µοντέλου και, αντί για τις δηµόσιες επενδύσεις, προσανατολίζεται στο να δώσει µεγαλύτερη έµφαση στις υπηρεσίες και στην εσωτερική της κατανάλωση, θεωρώντας αυτές τις παραµέτρους ως βασικούς κινητήριους µοχλούς για την οικονοµία της. «Η κινεζική κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της τα µέσα να ενδυναµώσει την εγχώρια οικονοµία και να “ανοιχτεί” ακόµα περισσότερο σε ξένες επενδύσεις, έχοντας πάρει ήδη τα απαραίτητα µέτρα, συµπεριλαµβανοµένων και των φορολογικών κινήτρων» συµπληρώνει.
Η παρουσία του οµίλου στην Κίνα είναι µέρος µόνο µίας προσπάθειας, ώστε το brand της Folli Follie να καταστεί αναγνωρίσιµο διεθνώς. Ο όµιλος διαθέτει παρουσία στην υπόλοιπη Ασία, στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, όπου έκανε διπλή είσοδο, εισάγοντας και το brand της Links Of London. Ακολούθησε το µονοπάτι του ταξιδιωτικού εµπορίου, συνεργαζόµενος τόσο µε αεροπορικές εταιρείες, που ενέταξαν τα προϊόντα της Folli Follie στις πτήσεις τους, όσο και µε διεθνείς αερολιµένες, µε τους οποίους δηµιούργησε καταστήµατα της φίρµας. Η επέκταση θεωρείται κυρίαρχο συστατικό στο DNA του οµίλου και, σύµφωνα µε τον Τζώρτζη Κουτσολιούτσο, πάντα υπάρχουν αγορές και περιοχές όπου ο όµιλος µπορεί να δραστηριοποιηθεί. «Η στρατηγική µας είναι να αναπτυσσόµαστε σε νέες αγορές, δίνοντας παράλληλα πολύ µεγάλη προσοχή και έµφαση στις αγορές όπου ήδη δραστηριοποιούµαστε».
Πέρα από τις επεκτάσεις της δικής του φίρµας, ο όµιλος µέσα στη δεκαετία του 2000 προχωρά σε εξαγορές όπως εκείνης των Καταστηµάτων Αφορολογήτων Ειδών (ΚΑΕ), αρχικά µε συνέταιρο τον Πάνο Γερµανό. Αργότερα εξαγοράζει το ποσοστό του και η οικογένεια Κουτσολιούτσου γίνεται ο βασικός µέτοχος µιας εταιρείας που είναι υπολογίσιµος «παίκτης» στο ταξιδιωτικό εµπόριο της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Εξετάζουν, µάλιστα, να ιδρύσουν έναν κοµβικό ταξιδιωτικό φορέα που θα διαχειρίζεται το ρεύµα Κινέζων τουριστών στην Ελλάδα, καθοδηγώντας το στο πού θα κάνουν τα ψώνια τους. Το σχέδιο δεν ευδοκιµεί, καθώς χίλια δύο εµπόδια ακυρώνουν τις απευθείας πτήσεις από Κίνα προς Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά τα ΚΑΕ παραµένουν η κορωνίδα των επενδύσεων της επιχειρηµατικής οικογένειας. Ακολουθεί η εξαγορά της αγγλικής εταιρείας κοσµηµάτων Links Of London. Αργότερα έρχεται και η εξαγορά της ελληνικής εισηγµένης Elmec Sport, µέσω της οποίας επιτυγχάνεται πρόσβαση στα πολυκαταστήµατα Attica και Factory Outlet, σε µια µεγάλη γκάµα αντιπροσωπειών µεγάλων σηµάτων ένδυσης και σηµαντική διείσδυση στη Ρουµανία και τη Βουλγαρία. Μάλιστα, λίγο έλειψε να εξαγοράσει και την επίσης ελληνική εταιρεία παιδικών ρούχων Lapin, αλλά η επέκταση πλέον είχε φτάσει στα όριά της.
Στη συνέχεια, ο όµιλος αναπτύσσει όλες τις δραστηριότητές του, κερδίζοντας διαρκώς µερίδια αγοράς στην Ελλάδα, τόσο κατά την περίοδο της ευµάρειας όσο και κατά την περίοδο της ύφεσης. Μόνο τα τελευταία χρόνια κατάφερε να προσαρτήσει στον όµιλο φίρµες όπως η Juicy Couture, την αντιπροσώπευση της οποίας ανέλαβε επίσης τόσο για την Ελλάδα όσο και για την υπόλοιπη Ευρώπη, αποδεικνύοντας ότι µπορεί να παίξει τον ρόλο του στρατηγικού συνεργάτη τρίτων «παικτών».
Συγκεκριµένα, οι δραστηριότητες του Οµίλου FF Group εκτείνονται από αθλητικά είδη, καθώς διανέµει σήµερα κατ’ αποκλειστικότητα τα είδη της Nike στη Ρουµανία και τη Βουλγαρία, όπως και τις ολοκληρωµένες συλλογές της Converse στις αγορές της Ελλάδας, της Κύπρου, της Ρουµανίας και της Βουλγαρίας, µέχρι και διεθνώς αναγνωρισµένα σήµατα µόδας (Ermenegildo Zegna, UGG Australia, Guess, Ted Baker, Franklin & Marshall, Calvin Klein Jeans, Converse, Scotch & Soda, G-Star Raw και πολλά άλλα). Την ίδια στιγµή, ο όµιλος ξεκίνησε τη στρατηγική ανάπτυξη των δικών του multi brand concept stores, Collective και Kix. Δηµιούργησε, επίσης, νέο ειδικό τµήµα καλλυντικών επιλεκτικής διανοµής, αναλαµβάνοντας αρχικά την αντιπροσώπευση της φίρµας Dolce & Gabanna και µέσα στο 2015 της ιαπωνικής Shiseido. «Κατά την περίοδο της ύφεσης δεν σταµατήσαµε να αναπτυσσόµαστε τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων» υπογραµµίζει στο Fortune ο Τζώρτζης Κουτσολιούτσος. Ακόµη και εντός του δύσκολου περιβάλλοντος το οποίο διαµορφώθηκε το 2015, o όµιλος έχει δηµιουργήσει 12 σηµεία πώλησης και έχει προσφέρει εργασία σε περισσότερους από 80 ανθρώπους. «Αυτή η πορεία ανάπτυξης δεν σταµατά, καθώς το επενδυτικό βλέµµα µας είναι πάντα στραµµένο προς την Ελλάδα» αναφέρει ο αντιπρόεδρος της εταιρείας.
Ο ίδιος απαντά καταφατικά και εµφατικά όσον αφορά την επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα, εκτιµώντας ότι υπάρχουν σαφή περιθώρια για την εκδήλωση επενδύσεων. «Μπορεί να είναι πιο δύσκολο τη συγκεκριµένη χρονική περίοδο, αλλά θα πρέπει να έχουµε στο µυαλό µας ότι οι πιο ενδιαφέρουσες ευκαιρίες γεννιούνται σε περιόδους κρίσης».
Παρά την ανθεκτικότητα, τις διαρκείς επενδύσεις και επεκτάσεις, η κρίση στην εγχώρια αγορά δεν άφησε αλώβητο τον όµιλο, ο οποίος προέβη εσπευσµένα σε διορθωτικές κινήσεις, προκειµένου να εξυγιάνει τα θεµελιώδη µεγέθη και να µειώσει τον δανεισµό του, που αξιοποιήθηκε για την ανάπτυξή του. Σ’ αυτό το πλαίσιο, προχώρησε στην πώληση του 51% των ΚΑΕ στην ελβετική Dufry στο τέλος του 2012 και στο τέλος του 2013 πούλησε και το υπόλοιπο ποσοστό. Μετά την ολική µεταβίβαση των ΚΑΕ, ο Όµιλος Folli Follie φρόντισε να κρατήσει ένα µικρό ποσοστό συµµετοχής στο νέο σχήµα, που του επιτρέπει να διατηρεί σχέσεις µε έναν συνεργάτη ο οποίος του ανοίγει δρόµο για τις αγορές των ΗΠΑ και της Λατινικής Αµερικής.
Ο Τζώρτζης Κουτσολιούτσος δεν αρνείται ότι το περιβάλλον στο οποίο κινείται είναι δύσκολο. Αναγνωρίζει πως το πρόβληµα ρευστότητας συγκρατεί την επιχειρηµατικότητα, αν και η εταιρεία αναπτύσσεται µε ίδια κεφάλαια, προχωρώντας σε λελογισµένες επενδύσεις.
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες και το δέλεαρ της διεθνούς παρουσίας, ο όµιλος δεν ανταποκρίνεται στην τάση που ακολούθησαν αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες µετέφεραν την έδρα τους στο εξωτερικό. Εξάλλου είχε καταφέρει το 2014 να πραγµατοποιήσει διεθνή έκθεση οµολόγων αντλώντας κεφάλαια από το εξωτερικό, σε µια στιγµή που η ελληνική οικονοµία έδειχνε να ισορροπεί. «Παραµείναµε στη χώρα τα τελευταία πολύ δύσκολα χρόνια της οικονοµικής κρίσης. Στηρίξαµε την ελληνική αγορά, δηµιουργήσαµε θέσεις εργασίας και προβάλαµε ένα διαφορετικό πρόσωπο της Ελλάδας στο εξωτερικό» αναφέρει ο αντιπρόεδρος του οµίλου.
Από την άλλη, υποστηρίζει ότι η ελληνική οικονοµία έχει άµεση ανάγκη από ένα συνολικό οικονοµικό πρόγραµµα που θα ενθαρρύνει τις προσοδοφόρες και βιώσιµες επενδύσεις, ώστε να επανέλθει, επιτέλους, σε συνθήκες ανάπτυξης. «Μερικές από τις γειτονικές χώρες µας τα έχουν ήδη καταφέρει, οπότε υπάρχουν παραδείγµατα από τα οποία µπορούµε να εµπνευστούµε» σηµειώνει.
Για τον ίδιο….
fortunegreece.com