Ο Mike Fisher είναι ψυχοθεραπευτής και διευθυντής της εταιρείας BAAM που εδρεύει στη Μεγάλη Βρετανία. Εργάζεται σε συμβουλευτικά προτζεκτ σε όλο τον κόσμο με κύριο αντικείμενο τη διαχείριση του θυμού (κάτι που ως Έλληνες είμαστε διάσημοι διεθνώς…).
Το βιβλίο του «beating anger» σε 9 χρόνια έκανε 100.000 πωλήσεις και το νέο του βιβλίο είναι το «anger management & mindfulness». Μας μίλησε καθαρά ψυχοθεραπευτικά και έδωσε χρήσιμες συμβουλές για τους έλληνες της κρίσης, τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο. Ο ίδιος δηλώνει λάτρης της Ελλάδας, social entrepreneur, coaching expert, πωλητής και οι πελάτες του είναι άνθρωποι που αξίζουν εκατομμύρια ευρώ (όπως ο ίδιος είπε για κάποιους ότι δεν μπορούν να είναι ευτυχισμένοι…).
Λίγα λόγια για εσάς;
Σπούδασα οικονομικά αλλά ενδιαφερόμουν περισσότερο για τον κινηματογράφο και τα ντοκιμαντέρ, έως ότου διάβασα το βιβλίο του M. Scott Peck «The road less travelled» και μπορώ να πω ότι για πρώτη φόρα στη ζωή μου αναγνώρισα ότι κάποιος με καταλάβαινε. Ξεκίνησα να σπουδάζω ψυχοθεραπεία αλλά σταμάτησα για 7 χρόνια λόγω ανασφάλειας, που σημαίνει ότι ξόδεψα συνολικά 17 χρόνια για σπουδές, κάτι το οποίο τελικά ήταν πολύ καλό για μένα. Ως ψυχοθεραπευτής, οι προκλήσεις είναι να αντιληφθείς ένα niche market, και στην Αγγλία δεν υπήρχαν γραφεία που να ασχολούνται με τη διαχείριση θυμού, έτσι ξανασπούδασα στην Αμερική, στο Chicago Palm Beach. Ίδρυσα την εταιρεία ΒΑΑΜ πριν από 16 χρόνια, και από τότε έχω εκπαιδεύσει 200 άτομα και έχω συνεργαστεί συνολικά με άλλους 20.000 ανθρώπους.
Ποια η σχέση σας με την Ελλάδα;
Εχω πολύ καλούς Έλληνες φίλους. Δε θυμάμαι ακριβώς πότε, αλλά μετά την κρίση έτρεξα ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα στην Αθήνα που σχετίζονταν με οργανισμούς και τον θυμό των στελεχών. Πως έβλεπαν κοινώς οι μάνατζερς τους CEO’s, διότι υπήρχε θυμός στα επίπεδα της διοίκησης, στη σχέση με το προσωπικό, πολλά παράπονα στα τμήματα ανθρωπίνου δυναμικού με αποτέλεσμα τη συνολική μείωση της παραγωγικότητας… Η εικόνα που είχα για τους Έλληνες εκπαιδευόμενους στο πρόγραμμα ήταν ότι παραήταν συντηρητικοί, δεν ήθελαν να φανερώνουν τα συναισθήματα τους, ήταν πολύ άβολοι να μιλήσουν αλλά ήταν πολύ πιο άνετοι στο να το παίζουν έξυπνοι και να κρατάνε μέσα στο μυαλό τους όλο αυτό που προσπαθούσαμε να βγάλουμε έξω… Εν τούτοις νομίζω κατάλαβαν τα βασικά κόνσεπτ, δηλαδή να είσαι όσο θυμωμένος θες, αλλά να ξέρεις ότι ό,τι βγει από το στόμα σου πρέπει να είναι γεμάτο σεβασμό και μη προσβλητικό, άρα να μην είναι εχθρότητα, αλλά θυμός.
Πώς δηλαδή επικοινωνείς σωστά τον θυμό; Στην Ελλάδα είμαστε στο στάδιο να κρατάμε τον άλλον σε απόσταση όταν θυμώνουμε και να μην του μιλάμε…
Το να κρατάς τον άλλον σε απόσταση αποτελεί συγκεκριμένο στυλ θυμού, αλλά είναι παθητικά επιθετική συμπεριφορά και φυσικά για μια επιχείρηση δεν είναι καθόλου παραγωγικό. Παραγωγικό είναι το να μπορείς να επικοινωνείς το θυμό σου και να πεις σε αυτόν με τον οποίο έχεις θυμώσει, «ξέρεις είμαι θυμωμένος μαζί σου και θέλω να με εκτιμάς, να με σέβεσαι, να με πάρεις στα σοβαρά…». Πολύ πιο χρήσιμο από το να κατηγορείς και να ντροπιάζεις τον άλλον (και φυσικά να ντροπιάζεσαι), το οποίο είναι εξαιρετικά αντιπαραγωγικό όπως είπαμε και μειώνει την ανάγκη των ανθρώπων να νιώθουν εκτίμηση και σεβασμό και κοστίζει και στην εταιρεία γιατί επηρεάζει πάρα πολύ την κάτω δομή λειτουργίας του οργανισμού. Και ο θυμός δημιουργεί την έλλειψη εμπιστοσύνης. Η έλλειψη εμπιστοσύνης αποτελεί το κυριότερο πρόβλημα παντού. Επιπλέον είναι λογικό ότι μετά από τόσα χρόνια κρίσης στην Ελλάδα έχει δημιουργηθεί ένας κυνισμός από την έναρξη της και το να είσαι κυνικός από μόνο του δηλώνει την έλλειψη εμπιστοσύνης, γιατί κάποιος που είναι κυνικός είναι πολύ πληγωμένος και απογοητευμένος.
Έλλειψη εμπιστοσύνης. Ποιο θεωρείτε το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα αυτή την περιοδο;
Θα μπορούσαμε να πούμε μετά από 5 χρόνια κρίσης ότι η παρακμή της νεότερης Ελλάδος είναι γεγονός. Για να επανέλθουμε, υπάρχει ένα πολύ καλό ρητό «πρέπει να χάσουμε το μυαλό μας για να βρούμε τις αισθήσεις μας». Οι Έλληνες επίσης είναι τρελοί και είναι πολύ σημαντικό το να είσαι τρελός, γιατί χρειάζεται σε μία τέτοια περίοδο, αν και πιο συγκροτημένα. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα χορό θανάτου και πρέπει να ξαναγεννηθεί, πρέπει πρώτα να πεθάνει δηλαδή, αλλά επειδή οι Έλληνες είναι περήφανοι και πεισματάρηδες με ένα τεράστιο εγώ θα πάρει πολύ πιο καιρό από το συνηθισμένο να πεθάνουν.
Τι θα πρέπει να κάνουμε μετά από αυτό;
Αφού καταλάβουμε ότι «There is no such thing as a free lunch» θα πρέπει να δούμε τι θέλουν οι νέοι. Όπως όταν γεννιέται ένα μωρό, όλα είναι αθώα και ξεκινάς από την αρχή, η Ελλάδα πρέπει να ξανακερδίσει την (χαμένη) αθωότητα της, όπως ο μύθος του Πήγασου που ξαναγεννιέται. Για να γίνει αυτό πρέπει να δούμε τους νέους ανθρώπους που έχουν την απάντηση και δεν είναι κυνικοί, να δούμε αυτοί τι θέλουν, γιατί αυτοί είναι το μέλλον. Αυτοί έχουν απαντήσεις, ιδεολογία ,έμπνευση, πολύ καλύτερα εκπαιδευμένοι από τους γονείς και τους παππούδες τους, έχουν πρόσβαση σε διεθνή πληροφορία. Και ας μην ξεχνάμε ότι στο τέλος της ημέρας όλοι οι άλλοι στο εξωτερικό πληρώνουν το φόρο τους και εμείς όχι…
Τι κατά τη γνώμη σας θα έπρεπε να κάνουν οι νέοι άνθρωποι;
Θα έπρεπε να εκτιμούν τη γνώμη τους και αυτό που πιστεύουν, και παράλληλα να διώξουν προκαταλήψεις και στερεότυπα για άλλους και τους εαυτούς τους και να δουν το μέλλον. Αυτό είναι το πιο σημαντικό: πώς θέλουν να δουν τον κόσμο για τα παιδιά τους αλλά οι προηγούμενοι (οι γονείς τους) δεν τους αφήνουν.
Για ποιο λόγο θεωρείτε ότι δεν τους αφήνουν;
Λόγω του αρχέγονου εθισμού τους στην εξουσία. Τα συμπτώματα του εθισμού στην εξουσία είναι το ίδιο με τον εθισμό στις άλλες ουσίες. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχει μία παλιά γενιά εξουσίας, «ο παλιός θεός» θα μπορούσαμε να πούμε, ο οποίος δε θέλει με τίποτα να απεξαρτηθεί από αυτή. Έτσι οι νέοι δεν μπορούν πρακτικά να κάνουν τίποτα, αφού ο παλιός θεός δε ξέρει ότι είναι εθισμένος στην εξουσία και δε θέλει με τίποτα να φύγει. Το πώς θα φύγει είναι λοιπόν ένα ερώτημα.
Πώς μπορούν οι νέοι επιχειρηματίες να διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά το προσωπικό τους;
Να μην αφήσουν την επιτυχία να διαφθείρει το μυαλό τους γιατί γίνονται αλαζόνες και μετά και προσβάλουν και νιώθουν ότι δεν έχουν σεβασμό και δε δείχνουν σεβασμό. Πρέπει να δείχνουν συμπάθεια, συμπόνια, να δίνουν στήριξη αλλά να είναι αυστηροί φυσικά. Κοινώς να είναι δυναμικοί χωρίς να είναι επιθετικοί, να βρουν τη γλώσσα που πρέπει για να μην πληγώνουν τους ανθρώπους που είναι γύρω τους και τους έκαναν να πετύχουν.
Τι προτείνετε λοιπόν ως ψυχοθεραπευτής;
Η επαγγελματική μου συμβουλή για έναν πολιτισμό ή μία κοινωνία που δεν εμπιστεύεται ο ένας τον άλλον εννοείται πως είναι θεραπευτική: εννοείται πως εάν μου πεις ότι δε με εμπιστεύεσαι, θα το πάρω προσωπικά, θα προσβληθώ, ενώ πρέπει να καταλάβω ότι το εάν με εμπιστεύεσαι εσύ ή ο οποιοσδήποτε τρίτος, είναι άσχετο με το αν με εμπιστεύομαι ΕΓΩ. Και αν δε με εμπιστεύεται ο άλλος, ακόμα και αν μου το πει δε θα το πάρω και δεν πρέπει να το πάρω προσωπικά. Ειδικά οι έλληνες είναι διάσημοι για το αίσθημα περηφάνιας και ανωτερότητας, αλλά το πραγματικό αίσθημα είναι αυτό της κατωτερότητας που τελικα συμβιβαζόμαστε δείχνοντας ανώτεροι, που όμως δεν νιώθουμε ότι πραγματικά είμαστε.