Πηγή: edujob.gr
Υπάρχουν φορές στη ζωή μας όπου έχουμε να αντιμετωπίσουμε δυσάρεστες καταστάσεις, για τη βέλτιστη διαχείριση των οποίων καλούμαστε να χρησιμοποιήσουμε γνωσιακές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές λειτουργίες. Ορισμένες φορές ενδέχεται να μην έχουμε αντιμετωπίσει παρόμοιες περιστάσεις στο παρελθόν και συνεπώς να μη γνωρίζουμε τον καλύτερο τρόπο αντίδρασης, αλλά μπορεί να μην καταφέρνουμε να βρούμε την καλύτερη λύση ακόμη και εάν έχουμε ξανασυναντήσει παρόμοιες δυσκολίες.
Η εκπαίδευση σε τεχνικές επίλυσης προβλημάτων εφαρμόζεται είτε σε περιπτώσεις ατόμων που διαθέτουν ανεπαρκείς δεξιότητες αντιμετώπισης προβληµάτων, είτε σε περιπτώσεις που, ενώ διαθέτουν επαρκείς δεξιότητες, δεν είναι σε θέση να τις εφαρμόσουν στην παρούσα κατάσταση, λόγω προσωπικής συναισθηματικής φόρτισης ή της φύσης της κατάστασης.
Η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων σχετίζεται με τη διατήρηση της ψυχικής υγείας του ατόμου και συνδέεται με θετικά προσωπικά χαρακτηριστικά, όπως π.χ. η αυτοεκτίμηση, ενώ η έλλειψή της με χαρακτηριστικά που εντάσσονται στην καταθλιπτική συμπτωματολογία. Έτσι, οι τεχνικές επίλυσης προβλήματος αποτελούν κομμάτι των περισσότερων παρεμβάσεων συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας.
Ο σκοπός της παρέμβασης στην εκπαίδευση σε τεχνικές επίλυσης προβλημάτων είναι να:
-
βοηθήσει το άτομο να προσδιορίσει τα προβλήματα που του προκαλούν δυσφορία
-
βοηθήσει το άτομο να αναγνωρίσει τα αποθέματα που διαθέτει για την αντιμετώπιση προβλημάτων
-
διδάξει το άτομο µία συστηματική μέθοδο επίλυσης προβλημάτων
-
ενισχύσει την αίσθησή του ατόμου ότι είναι σε θέση να ελέγξει τα προβλήματα που τον απασχολούν.
Οι τεχνικές επίλυσης προβλημάτων είναι μία καθορισμένη σειρά βημάτων, τα οποία βοηθούν το άτομο να εστιάσει στο πρόβλημα και να ανεύρει μία λύση που να τον ικανοποιεί. Παρακάτω παρατίθενται τα επτά βήματα της διαδικασίας:
1. Καθορισμός του προβλήματος
Ο καθορισµός του προβλήµατος µε συγκεκριµένους όρους αποτελεί βασική προϋπόθεση για την εφαρµογή της προσέγγισης. Το πρόβληµα πρέπει να οριστεί με όσο το δυνατόν περισσότερη σαφήνεια και ακρίβεια, λαμβάνοντας υπόψιν τις διάφορες πλευρές που το απαρτίζουν, αλλά εστιάζοντας σε ένα πρόβλημα τη φορά. Για παράδειγμα, το πρόβλημα «Δεν αντέχω άλλο στη δουλειά µου», µπορεί να διατυπωθεί µε συγκεκριµένους όρους ως εξής: «Ο διευθυντής µου ζητάει συχνά να αναλάβω παραπάνω καθήκοντα από αυτά που μου αναλογούν και εγώ δέχομαι» ή/και «Έχω μείνει στάσιμος μισθολογικά για τρία χρόνια και δεν έχω κάνει κάποια συζήτηση με τον διευθυντή μου».
2. Παραγωγή πιθανών λύσεων
Το άτοµο ενθαρρύνεται να σκεφτεί και να καταγράψει όσο το δυνατό περισσότερες λύσεις για κάθε πλευρά του προβλήματος, χωρίς να τις «λογοκρίνει» (brainstorming), ακόµα και αν ορισμένες από αυτές μοιάζουν εξωπραγματικές, άβολες, δύσκολες ή παράλογες. Επίσης ενθαρρύνεται να σκεφτεί πώς θα αντιδρούσε κάποιος άλλος στη θέση του, ή ακόμη και να ζητήσει τη συμβουλή τρίτων.
3. Eξέταση των πλεονεκτηµάτων και των µειονεκτηµάτων των πιθανών λύσεων
Το άτομο καλείται να δημιουργήσει δύο στήλες, στις οποίες θα συμπεριλάβει τα «υπέρ» και τα «κατά» που θα προέκυπταν από την εφαρμογή κάθε µίας από τις εναλλακτικές που κατέγραψε στο προηγούμενο βήμα. Ο στόχος σε αυτό το βήμα είναι να βρεθεί η λύση που έχει τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα και τα λιγότερα μειονεκτήματα.