Πηγή: www.athensvoice.gr
Ξεκίνησε την επιχείρησή της πριν από ενάμιση χρόνο εισάγοντας ελληνικά τρόφιμα, ποτά και είδη σπιτιού. Σήμερα διατηρεί δύο ελληνικά «παντοπωλεία» στην πρωτεύουσα, τη Λιουμπλιάνα, με τίτλο «Grkinja», «Ελληνίδα». Και τα δύο καταστήματά της βρίσκονται στο εμπορικό κέντρο της πόλης. Το δεύτερο, μάλιστα, στεγάζεται στη δημοτική κλειστή αγορά, όπου φιλοξενούνται κυρίως παραδοσιακά σλοβένικα προϊόντα. Η ιστορία της είναι μια τυπική ιστορία της κρίσης, που ωστόσο επιβεβαιώνει την άποψη πως «τα δύσκολα» προσφέρουν τελικά ευκαιρίες. Στους τολμηρούς.
Πώς βρεθήκατε στη Σλοβενία;
Στη Σλοβενία μετακόμισα το 2000, αφού ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στην Αθήνα και συνεχίζοντας με μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή της Λιουμπλιάνας. Πίσω όμως από τις σπουδές, ο κύριος λόγος που με έφερε στη Σλοβενία ήταν ο Σλοβένος σύζυγός μου και πατέρας των δύο μου παιδιών. Ναι, ξέρω, συνήθως οι ξένοι μετακομίζουν στη χώρα μας λόγω έρωτα και κλίματος, εγώ έκανα το αντίθετο…:) Τα πρώτα χρόνια σπούδαζα και εργαζόμουν σε φροντιστήρια ξένων γλωσσών, στη συνέχεια προσλήφθηκα ως επιτόπιο προσωπικό στην Ελληνική Πρεσβεία, όπου και εργάστηκα οκτώ χρόνια. Πριν λήξει η τελευταία μου σύμβαση και γνωρίζοντας ότι λόγω περικοπών δεν θα ανανεωθεί, αποφάσισα να ασχοληθώ με τις εισαγωγές ελληνικών προϊόντων στη Σλοβενία, από ανάγκη λοιπόν αλλά και μεράκι και αγάπη για τα ελληνικά προϊόντα. Και δεν το έχω μετανιώσει. Μετά από ενάμιση χρόνο, έχω ήδη δύο μικρά καταστήματα με ελληνικά προϊόντα στο κέντρο της πρωτεύουσας, ασχολούμαι με catering με ελληνικά φαγητά και οργανώνω σε εστιατόρια της πρωτεύουσας βραδιές ελληνικής κουζίνας.
Από ποιο μέρος της Ελλάδας κατάγεστε;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο κέντρο της Αθήνας, οι γονείς μου όμως κατάγονται από την Κρήτη, τόπο που αγαπώ ιδιαίτερα και νιώθω σαν μικρή μου πατρίδα.
Ποιο ελληνικό προϊόν αρέσει περισσότερο στους Σλοβένους;
Οι Σλοβένοι αναζητούν και εκτιμούν τα ευρέως γνωστά ελληνικά προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο, τις ελιές και τη φέτα. Η Ελλάδα είναι για τους Σλοβένους ο δεύτερος μεγαλύτερος τουριστικός προορισμός, μετά την Κροατία, και οι Σλοβένοι, όντας «εξερευνητικοί» από τη φύση τους, στις διακοπές τους στην Ελλάδα γνωρίζουν και δοκιμάζουν ό,τι παραδοσιακό και τοπικό προσφέρει ο τόπος που παραθερίζουν. Έτσι πολλοί πελάτες μου γνωρίζουν, για παράδειγμα, το δικό μας τσάι του βουνού, τον τραχανά, τη μαστίχα, τα παξιμάδια, τα αμπελόφυλλα… Εγώ φροντίζω να τους μαθαίνω και άλλα… μικρά μυστικά της ελληνικής γης, όπως επίσης με χαρά μοιράζομαι μαζί τους συνταγές για ελληνικές πίτες, γλυκίσματα, φαγητά. Τους λέω και παράδειγμα, ότι στην Κρήτη παρέα στις ελιές κάνουν οι χαρουπιές και ότι το χαρούπι δίνει καταπληκτικά και ιδιαίτερα υγιεινά προϊόντα, όπως το χαρουπόμελο, χαρουπάλευρο, σκόνη χαρουπιού (υποκατάστατο του καφέ). Η Σλοβενία έχει στην κουλτούρα της τα ροφήματα και στα καταστήματά μου πουλάω σαλέπι, βιολογικά μείγματα κρητικών βοτάνων, δίκταμο, μαλοτήρα. Τέτοια ροφήματα είναι σαφώς πιο φυσικά, ευεργετικά και υγιεινά από έναν στιγμιαίο καφέ ή τσάι σε φακελάκι, και οι Σλοβένοι, λάτρες της υγιεινής διατροφής, δεν διστάζουν να τα δοκιμάσουν.
Τα ελληνικά τρόφιμα θεωρούνται «γκουρμέ» για τη Σλοβενία;
Τα ελληνικά τρόφιμα για τους Σλοβένους ισοδυναμούν με εκλεκτές γευστικές απολαύσεις και υγιεινή πλούσια διατροφή. Γκουρμέ ελληνικά τρόφιμα για τους Σλοβένους είναι κατά βάση τρόφιμα που εμείς οι ίδιοι θεωρούμε καθημερινά και δεδομένα. Για παράδειγμα, οι ελιές -οι πελάτες μου ενθουσιάζονται με τις φουρνιστές ελιές ή τις μικρές κρητικές αλατσοελιές, τη θρούμπα Θάσου-, τα τυριά από αιγοπρόβειο γάλα -τα σλοβένικα τυριά είναι κατά βάση από αγελαδινό γάλα-, το αγουρέλαιο, το θυμαρίσιο μέλι. Ενθουσιάζονται με το ελληνικό σαφράν και την ποιότητά του, τον τρόπο που χρησιμοποιούμε το ταχίνι (σε συνδυασμό με μέλι, σαν άλειμμα στο ψωμί), το ελληνικό γιαούρτι φυσικά…
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη εδώ