Με την παροχή των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να γίνεται όλο και περισσότερο, πλέον, commodity, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους παρόχους και στους ψηφιακούς κολοσσούς της τεχνολογίας δείχνει να οδηγείται σε όξυνση. Έρευνα της Accenture δείχνει πως εάν ένας παγκόσμιος ψηφιακός κολοσσός, όπως η Google ή η Amazon, ξεκινήσει να προσφέρει υπηρεσίες αντίστοιχες με αυτές των παρόχων κινητής τηλεφωνίας, το 44% θα άφηνε τον τωρινό του πάροχο. Η εισαγωγή της eSIM επιφέρει νέες προκλήσεις για τους Τηλεπικοινωνιακούς Παρόχους, καθώς η εναλλαγή μεταξύ τους γίνεται ακόμα ευκολότερη.
Η έρευνα έδειξε πως το 68% των καταναλωτών θα ενδιαφερόταν να χρησιμοποιήσει μια συσκευή με eSIM, με το 50% να δηλώνει ότι θα το προτιμούσε λόγω της δυνατότητας εναλλαγής παρόχων ευκολότερα και γρηγορότερα για φθηνότερα προγράμματα κλήσεων ή δεδομένων, επιταχύνοντας τον αγώνα δρόμου για συνδεσιμότητα και δεδομένα και μετατρέποντας περαιτέρω τη βασική δραστηριότητα των τηλεπικοινωνιακών παρόχων σε “commodity”. Επιπρόσθετα, ο ανταγωνισμός θα αυξηθεί, καθώς νέοι παίκτες εισέρχονται στην αγορά, ενσωματώνοντας τις eSIM στις συσκευές στο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας, προσπερνώντας έτσι τον πάροχο δικτύου και προσεγγίζοντας απευθείας τον τελικό πελάτη.
Η μελέτη εντοπίζει ώριμες ευκαιρίες προς αξιοποίηση, αρκεί οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι να επενδύσουν στη βασική τους δραστηριότητα, ώστε να παραμείνει υγιής. Παράλληλα, οφείλουν να επιταχύνουν την καινοτομία και να επεκτείνουν τη δυνατότητα παροχής νέων ψηφιακών υπηρεσιών, προσφέροντας πραγματική αξία στους πελάτες τους.
Όπως σημειώνει η έρευνα, μια σημαντική διαφοροποίηση των τηλεπικοινωνιακών παρόχων σε σχέση με τους ψηφιακούς κολοσσούς είναι ο πλούτος των δεδομένων που διαθέτουν. Εάν αξιοποιήσουν αυτά τα δεδομένα προς όφελος τους, μέσω analytics, θα έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν μια ευρεία γκάμα καινοτόμων υπηρεσιών με σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο και να βελτιώσουν περαιτέρω την εμπειρία του πελάτη.
Ένας τομέας, που αυτό μπορεί να εφαρμοστεί, είναι το ψηφιακό βίντεο, το οποίο έχει αυξανόμενη ζήτηση και δίνει την ευκαιρία για τη δημιουργία νέων εσόδων όχι μόνο από το περιεχόμενο, αλλά και από την ψηφιακή διαφήμιση. Με το 37% των ερωτηθέντων να δηλώνει ότι θα απευθύνονταν σε τηλεπικοινωνιακούς παρόχους για κανάλια συνδρομητικής τηλεόρασης και το 34% για υπηρεσίες Video-On-Demand, η πόρτα είναι διάπλατα ανοιχτή για τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους να πετύχουν στον τομέα αυτό.
Το Internet of Things (ΙοΤ) δημιουργεί, επίσης, νέες ευκαιρίες ανάπτυξης και προσφοράς νέων υπηρεσιών για τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Καθώς είναι ακόμα αρχή, το διασυνδεδεμένο σπίτι, το οποίο εν πολλοίς σχετίζεται με την επικοινωνία machine-to-machine προσφέροντας εξοικονόμηση χρόνου και κόστους στους καταναλωτές, γίνεται πολύ γρήγορα πραγματικότητα. Αλλά με τόσες πολλές διασυνδεδεμένες συσκευές να εμφανίζονται διαρκώς, οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν προβλήματα διαλειτουργικότητας, χρήσης και ασφάλειας.
Η έρευνα έδειξε ότι, παρ’ όλο που οι καταναλωτές επενδύουν στη διασυνδεδεμένη τεχνολογία, περισσότεροι από τους μισούς (54%) αντιμετωπίζουν διάφορες προκλήσεις. Τα συνήθη θέματα περιλαμβάνουν πολυπλοκότητα χρήσης (14%), αδυναμία σύνδεσης στο διαδίκτυο (13%), πρόβλημα εγκατάστασης (12%) και άλλα, όπως έλλειψη προσωποποίησης, θέματα απορρήτου ή εξυπηρέτησης πελατών.
Το σπίτι γίνεται – σύμφωνα με την έρευνα – ένα διασυνδεδεμένο και εξατομικευμένο οικοσύστημα υπηρεσιών και οι τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί έχουν τη σημαντική ευκαιρία να αποτελέσουν αυτοί το μοναδικό πάροχο που θα το διαχειρίζεται. Το 71% των online καταναλωτών παγκοσμίως που έχει ή σκοπεύει να εγκαταστήσει διασυνδεδεμένες οικιακές συσκευές/υπηρεσίες θα επέλεγαν έναν τηλεπικοινωνιακό πάροχο, εάν τις προσέφερε.
Επιπλέον, οι τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί έχουν λάβει τη δεύτερη θέση ως προτιμώμενοι πάροχοι για υπηρεσίες εκπαίδευσης και εκμάθησης, παρακολούθησης σπιτιού, online ασφάλειας και αποθήκευσης για έξυπνες συσκευές και υπηρεσίες.
Μάλιστα, το 49% των καταναλωτών θα επέλεγε έναν τηλεπικοινωνιακό πάροχο για διασυνδεδεμένες υπηρεσίες υγείας.