Η γενική απαίτηση για κατάρτιση των συμβούλων και όλων των ειδικών που ασχολούνται με θέματα Σχολικού και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (εκπαιδευτικοί, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, κλπ.) ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες. Ιδιαίτερα, το σχολείο ως δεύτερος κοινωνικός σχηματισμός μετά την οικογένεια αντανακλά τις γενικές τάσεις, πρότυπα της κοινωνίας σύμφωνα με τα οποία σκοπεύει να χτίσει κοινωνικά και πολιτισμικά τους αυριανούς πολίτες. Πιο συγκεκριμένα, σκοπός του σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος είναι η «κατασκευή» του παγκόσμιου πολίτη, εκείνου που μπορεί να προλαβαίνει και να αποκτά με ταχύτητα νέες επαγγελματικές τεχνικές και να προσαρμόζεται εύκολα στις γρήγορες εναλλαγές των καταστάσεων για να μπορεί να συναγωνίζεται τους πολίτες όλων των άλλων χωρών του κόσμου (βλ. Bauman, 2000, Sennet, 2006, Malet, 2010). Η συμμετοχή του ατόμου στο πεδίο του επαγγελματικού ανταγωνισμού με όλα τα απαιτούμενα προσόντα καθίσταται πλέον άξονας κοινωνικής ανόδου ή αποκλεισμού.
Κατά συνέπεια, ο σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού της νεωτερικής εποχής οφείλει να προσαρμόζει τον συμβουλευόμενό του στη λογική συνεχούς απόκτησης δεξιοτήτων και άμεσης λήψης αποφάσεων για να αποφεύγει τον κίνδυνο κοινωνικής απομόνωσης. Μέσα σ’ αυτό το πολιτισμικό πλαίσιο το άτομο μαθαίνει από παιδί να συμμετέχει σε θεσμοθετημένους οργανισμούς δεξιοτήτων, όπως ξένες γλώσσες, Τεχνολογία Πληροφορίας και Επικοινωνιών, κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης, για να μπορεί να ανταγωνίζεται τους συμπολίτες του σε παγκόσμια κλίμακα (ύστερα πλέον από τις κοινές εκπαιδευτικές πολιτικές που επιτάσσουν κοινούς εκπαιδευτικούς στόχους, Σορβόννη, Μπολόνια, Λισσαβόνα). Ακόμα περισσότερο στις σύγχρονες συνθήκες κρίσης, όπως αποδεικνύουν και τα αποτελέσματα των ταξινομητικών συστημάτων αξιολόγησης της PISA, παρουσιάζεται ως απόλυτη αναγκαιότητα η συνεχής κατάρτιση των μαθητών σε θέματα εργασιακά και οικονομικά ώστε να αποκτούν τη δυναμική των αποφάσεων, να προσαρμόζονται στις δύσκολες συνθήκες, να αποφεύγουν τα λάθη και να αντιμετωπίζουν τους κινδύνους στο μέλλον (βλ. PISA, 2012).
Ακόμα μεγαλύτερη ευθύνη αποδίδεται στον σύμβουλο, ο οποίος και ο ίδιος είναι υποχρεωμένος να προσαρμόζεται στο ίδιο πολιτισμικό σχέδιο δράσης, να καταρτίζεται χωρίς παύση, να αποκτά τεχνικές δεξιότητες, να ενημερώνεται για τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες του επαγγελματικού του πεδίου, να συνδέει την επιστημονική του γνώση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Ο σύγχρονος σύμβουλος πέρα από την αρχική του εκπαίδευση και ειδίκευση στη Συμβουλευτική και τον Προσανατολισμό οφείλει να καταρτίζεται συνεχώς σε θέματα οικονομίας, κοινωνιολογίας, διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, εκπαίδευσης ενηλίκων, συμβουλευτικής ειδικών κοινωνικών ομάδων, διοίκησης εκπαιδευτικών και επαγγελματικών δομών, ηθικής και δεοντολογίας. Είναι κατανοητό από την πλευρά του ότι δεν υπάρχουν περιθώρια (ούτε χρόνος ούτε χώρος) για λάθη. Η έλλειψη κατάρτισης και η ελλιπής γνώση δεξιοτήτων στερούν τη δυνατότητα βελτίωσης και ανταγωνιστικής διάθεσης και άρα μπορεί να οδηγήσουν στην κοινωνική ασημότητα και στον αποκλεισμό.
Παρασκευή Πουλογιαννοπούλου
Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Κοινωνιολογίας Εκπαίδευσης, ΕΚΠΑ & Labo CERLIS- Paris Descartes
BAUMAN, Zygmunt, 2000. Liquid Modernity. Cambridge, Polity Press.
MALET, Régis, 2010. «Former sous l’influence internationale : circulation,
emprunts et transferts», Recherche et Formation. N° 65, pp.9-16.
MALET, Régis, 2010. «Autour des mots de la formation ¨Mondialisation¨»,
Recherche et Formation. N° 65, pp. 89-104.
SENNETT, Richard, 2006. The Culture of the New Capitalism, Yale University.
Ηλεκτρονική αρθρογραφία
PISA 2012, Financial Literacy Framework (21 decembre 2010) :