Αστικός μύθος αποδεικνύεται το θεώρημα ότι ο πλούτος, οι πλούσιοι και το συγκεντρωμένο κεφάλαιο δημιουργούν δουλειές. Γι αυτό άλλωστε και οι κεντρικοί τραπεζίτες επιθυμούν διακαώς να σπρώξουν το χρήμα από την κατάσψυξη των καταθέσεων στην πραγματική οικονομία. Το ίδιο πιστεύει και αποδεικνύει ο πολυεκατομμυριούχος Νικ Χανάουερ. Ένας από τους πιο επιτυχημένους επιχειρηματίες και επενδυτές στις ΗΠΑ επιχειρεί αυτή τη φορά να διδάξει όσους επίσης ανήκουν στο 1% των ισχυρών του κόσμου, πώς λειτουργεί πραγματικά η οικονομία –πώς δημιουργούνται θέσεις εργασίας, πώς ένας υψηλότερος κατώτατος μισθός θα συνέβαλλε θετικά και πώς οι «τρελές ανοησίες που παπαγαλίζει η άρχουσα τάξη δημιουργούν ρεκόρ ανισότητας και στην πραγματικότητα παραλύουν την οικονομία».
Σε άρθρο του στο Politico με τίτλο «Έρχονται τα δίκρανα … για εμάς τους πλουτοκράτες» (The Pitchforks Are Coming…For Us Plutocrats), ο Χανάουερ λέει ότι το πρόβλημα με την οικονομία (στις ΗΠΑ και τον καπιταλιστικό ανεπτυγμένο κόσμο γενικότερα) είναι ότι, η άλλοτε ισχυρή μεσαία τάξη έχει φτωχοποιηθεί από δεκαετίες περικοπών κόστους και στασιμότητας των μισθών, ενώ ο ίδιος και οι πλούσιοι φίλοι του έχουν πάρει ένα ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματος.
Σε αντίθεση με τον Χανάουερ και άλλους από το πλουσιότερο 1%, οι άνθρωποι της μεσαίας τάξης δαπανούν σχεδόν όλο το εισόδημά τους και αυτές οι δαπάνες γίνονται έσοδα για τις εταιρίες ανθρώπων όπως ο ίδιος.
Τώρα όμως, λόγω της κοντόφθαλμης απληστίας, οι μισθοί βρίσκονται σε χαμηλά ρεκόρ ως ποσοστό της οικονομίας και η μεσαία τάξη πονάει. Και αυτός ο πόνος με τη σειρά του, περιορίζει την ανάπτυξη των εσόδων των εταιριών, μεταξύ άλλων και του ίδιου του Χανάουερ.
Σε αντίθεση με τους περισσότερους επιτυχημένους επιχειρηματίες και επενδυτές, ο Νικ Χανάουερ καταλαβαίνει ότι η επιτυχία του είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα του ότι «γεννήθηκε στο σωστό τόπο και χρόνο». Όπως επισημαίνει, εάν είχε γεννηθεί στην Αφρική, όπου οι εν δυνάμει πελάτες για τις επιχειρηματικές του προσπάθειες στην καλύτερη περίπτωση θα είχαν χρήματα μόνο για να επιβιώσουν, ο ίδιος πιθανότατα τώρα θα πούλαγε φρούτα στην άκρη του δρόμου. Το ίδιο και οι υπόλοιποι πλούσιοι, επιτυχημένοι επιχειρηματίες και επενδυτές φίλοι του.
Ευτυχώς για τον ίδιο, γεννήθηκε στην Αμερική, χώρα της (τέως) εύπορης μεσαίας τάξης, οπότε μπόρεσε να δημιουργήσει και να επενδύσει σε εταιρίες, των οποίων τα προϊόντα μπορούσαν να αγοράσουν πολλοί. Και η αγοραστική δύναμη της εν λόγω εύπορης μεσαίας τάξης έφερε ευημερία στις εταιρίες του και έκανε την οικογένειά του πλούσια.
Για οποιονδήποτε έχει ανατραφεί με τις «ορθόδοξες» αντιλήψεις των καιρών που διανύουμε –«οι πλούσιοι δημιουργούν τις θέσεις εργασίας», «οι υψηλότεροι μισθοί μπορεί να αυξήσουν την ανεργία» κλπ- οι απόψεις του Χανάουερ ακούγονται σαν τρέλα. Είναι όμως ορθή –και δυστυχώς όχι κοινή- λογική.
Ας πάρουμε αυτή τη φράση, που επαναλαμβάνεται τόσο συχνά, που ο κόσμος τη θεωρεί πλέον δεδομένο: «Οι πλούσιοι δημιουργούν τις θέσεις εργασίας». Δηλαδή, ξεκινώντας και διοικώντας εταιρίες, οι επιχειρηματίες και οι πλούσιοι επενδυτές δημιουργούν τις δουλειές που συντηρούν όλους τους υπόλοιπους.
Όμως, οι επιχειρηματίες και οι επενδυτές στην πραγματικότητα δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας –όχι βιώσιμες τουλάχιστον.
Όντως, ως επιχειρηματίες δημιουργούμε θέσεις εργασίας προσωρινά, ξεκινώντας εταιρίες και χρηματοδοτώντας πιθανές ζημιές για κάποιο διάστημα. Και όντως αποτελούμε απαραίτητο τμήμα του μηχανισμού δημιουργίας θέσεων εργασίας της οικονομίας.
Αλλά το να θεωρούμε ότι εμείς (επιχειρηματίες και επενδυτές) από μόνοι μας είμαστε υπεύθυνοι για τις δουλειές που συντηρούν δισεκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο, είναι το αποκορύφωμα της αλαζονείας και της αυταπάτης.
Άρα, εάν δεν δημιουργούν οι πλούσιοι τις δουλειές, τι τις δημιουργεί;
Ένα υγιές οικονομικό οικοσύστημα, στο οποίο οι περισσότεροι –και ιδιαίτερα η μεσαία τάξη- έχουν αρκετά χρήματα για να ξοδέψουν. Αυτό το οικοσύστημα ξεκινά από τους πελάτες των εταιριών.Οι πελάτες είναι αυτοί που αγοράζουν τα προϊόντα των εταιριών. Αυτό με τη σειρά του διοχετεύει χρήμα στην εταιρία και της επιτρέπει να προσλάβει υπαλλήλους και άρα να παράγει και να πουλάει περισσότερα από αυτά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες.
Εάν οι πελάτες και οι εν δυνάμει πελάτες της εταιρίας μείνουν άφραγκοι, η ζήτηση για τα προϊόντα της θα καταρρεύσει. Και οι θέσεις εργασίας της θα εξαφανιστούν, ότι κι αν κάνει ο επιχειρηματίας ή οι επενδυτές.
Ναι, οι επιχειρηματίες είναι ένα σημαντικό κομμάτι της διαδικασίας δημιουργίας εταιριών. Το ίδιο και οι επενδυτές, οι οποίοι ρισκάρουν κεφάλαια με την ελπίδα της απόδοσης κέρδους. Αλλά τελικά, το αν μία νέα εταιρία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και να δημιουργεί αυτοσυντηρούμενες θέσεις εργασίας, είναι κάτι που εξαρτάται από την ικανότητα των πελατών της να πληρώσουν για τα προϊόντα της και όχι από το όραμα ή την ικανότητα του επιχειρηματία ή το κεφάλαιο του επενδυτή.
Το να λέμε ότι «οι πλούσιοι δημιουργούν τις θέσεις εργασίας» είναι σαν να λέμε ότι οι σπόροι δημιουργούν τα δένδρα. Οι σπόροι δεν δημιουργούν δένδρα, ξεκινούν δένδρα. Αλλά αυτό που αναπτύσσει και συντηρεί τα δένδρα είναι ο συνδυασμός του γενετικού υλικού στον σπόρο με το χώμα, την ηλιοφάνεια, το νερό, την ατμόσφαιρα, τα θρεπτικά συστατικά και άλλους παράγοντες στο περιβάλλον που θα τα θρέψουν.
Εάν πιστεύετε ότι οι σπόροι δημιουργούν τα δένδρα, προσπαθήστε να φυτέψετε ένα δένδρο σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον. Φυτέψτε έναν σπόρο σε μία έρημο στον Άρη και δεν θα φυτρώσει τίποτα. Ο σπόρος θα πεθάνει.
Επομένως, εάν αυτό που δημιουργεί τις θέσεις εργασίας στην οικονομία είναι, εν μέρει, οι πελάτες των εταιριών μας, ποιοι είναι αυτοί οι πελάτες; Και τι μπορούμε να κάνουμε, για να είμαστε σίγουροι ότι οι πελάτες αυτοί θα έχουν περισσότερα χρήματα, ώστε να ξοδεύουν και να δημιουργείται ζήτηση για τα προϊόντα και ως εκ τούτου θέσεις εργασίας;
Οι πελάτες των περισσότερων εταιριών προέρχονται από τη γιγάντια μεσαία τάξη των ανεπτυγμένων οικονομιών, η οποία αυτή τη στιγμή λαμβάνει πολύ μικρότερο μερίδιο του εκάστοτε εθνικού εισοδήματος απ’ ότι 30 χρόνια πριν, προτού η φορολογική πολιτική εστιάσει στο να γίνονται οι πλούσιοι πλουσιότεροι και δημιουργήσει μία ακραία ανισότητα στα εισοδήματα και τον πλούτο, επαναφέροντας τα δεδομένα στη δεκαετία του 1920.
Στις ΗΠΑ –αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου- η μεσαία τάξη έχει σφυροκοπηθεί, εν μέρει, από φορολογικές πολιτικές που ευνοούν το πλουσιότερο 1% εις βάρος του υπόλοιπου 99%.
Έχει σφυροκοπηθεί επίσης από «βελτιώσεις» της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογίας, που πλέον έχουν διαφύγει τον έλεγχο οποιασδήποτε χώρας.
Και το πιο σημαντικό, έχει σφυροκοπηθεί από την εμμονή του κόσμου των επιχειρήσεων για βραχυπρόθεσμα κέρδη –την επικρατούσα επιχειρηματική ηθική στην οποία οι εργαζόμενοι θεωρούνται «κόστος» και οι εταιρίες προσπαθούν να καταβάλλουν όσο το δυνατόν χαμηλότερους μισθούς.
Η οικονομική θεώρηση που αιτιολογεί τη συμπεριφορά αυτή είναι η «θεωρία του κατηφορίσματος» (κάτι που είχε πει ειρωνικά ο χιουμορίστας Γουίλ Ρότζερς κατά τη Μεγάλη Ύφεση του 1920 στις ΗΠΑ, ότι με την ευνοϊκή για επιχειρήσεις και πλούσιους φορολογική πολιτική, αυτοί θα ξοδεύουν και τελικά τα χρήματα θα «κατηφορίσουν» προς τη μεσαία τάξη).
Δυστυχώς, όπως έχουμε δει πλέον, τα πράγματα δεν δουλεύουν με αυτόν τον τρόπο.
Οι πλουσιότεροι επιχειρηματίες, επενδυτές και εταιρίες έχουν τώρα τόσα χρήματα, που δεν θα μπορούσαν με κανέναν τρόπο να τα ξοδέψουν όλα. Έτσι, αντί να ανατροφοδοτεί την οικονομία, δημιουργώντας έσοδα και μισθούς, αυτό το χρήμα παραμένει απλώς σε επενδυτικούς λογαριασμούς.
Ο Νικ Χανάουερ εξηγεί:
Κερδίζω περίπου 1.000 φορές περισσότερα απ’ ότι ο μέσος Αμερικανός ετησίως, αλλά δεν αγοράζω 1.000 φορές περισσότερα πράγματα. Η οικογένειά μου αγόρασε τρία αυτοκίνητα τα τελευταία λίγα χρόνια, όχι 3.000. Αγοράζω μερικά παντελόνια και μερικά πουκάμισα κάθε χρόνο, όπως οι περισσότεροι Αμερικανοί άνδρες. Και αγόρασα δύο «φανταχτερά» μάλλινα παντελόνια σαν αυτό που φοράω τη στιγμή που γράφω αυτές τις λέξεις, τα οποία ο συνεργάτης μου ο Μάικ ονομάζει τα «μάνατζερ παντελόνια μου». Θεωρητικά θα μπορούσα να έχω αγοράσει 1.000 τέτοια παντελόνια. Γιατί να το κάνω όμως; Αντ’ αυτού, αποταμιεύω τα χρήματα που μου περισσεύουν, άρα αυτά δεν κάνουν κάποιο καλό στη χώρα.
Εάν τα 9 εκατ. δολάρια από τα ετήσια κέρδη των 10 εκατ. δολαρίων του Χανάουερ πήγαιναν σε 9.000 οικογένειες, αντί για τη δική του μόνο, ο ίδιος λέει ότι θα επανατροφοδοτούνταν στην οικονομία μέσω της κατανάλωσης. Και με τον τρόπο αυτό θα δημιουργούνταν περισσότερες θέσεις εργασίας. Αντ’ αυτού, κάθονται στον τραπεζικό λογαριασμό του ή επενδύονται σε εταιρίες, οι οποίες δεν έχουν αρκετούς εύπορους εν δυνάμει πελάτες για να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
Ο Χανάουερ υπολογίζει ότι, εάν οι περισσότερες οικογένειες στις ΗΠΑ έπειρναν το ίδιο μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που είχαν πριν 30 χρόνια, κάθε οικογένεια θα είχε πρόσθετο εισόδημα 10.000 δολαρίων, διαθέσιμο για να το ξοδέψει.
Αυτό με τη σειρά του, θα είχε τεράστια επίδραση στη ζήτηση – και ως εκ τούτου στη δημιουργία θέσεων εργασίας, επισημαίνει.
Άρα, αν μη τι άλλο, είναι καιρός να πάψουμε να παπαγαλίζουμε την ψευδή δήλωση ότι «οι πλούσιοι δημιουργούν τις θέσεις εργασίας».
Δεν δημιουργούν οι πλούσιοι τις δουλειές, τις δημιουργεί η οικονομία. Και η οικονομία αποτελείται από όλους εμάς μαζί. Μέχρι να το εμπεδώσουμε αυτό, η οικονομία θα συνεχίζει να πάσχει.