Υπερψηφίστηκε πανηγυρικά στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο ο «Ορίζοντας 2020», το ύψους 79,4 δις ευρώ πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την χρηματοδότηση δράσεων έρευνας και καινοτομίας για την επταετία 2014-2020.
Ο «Ορίζοντας 2020» αποτελεί το μεγαλύτερο ενιαίο πρόγραμμα χρηματοδότησης της έρευνας παγκοσμίως και ως εκ τούτου θέτει σε μεγάλο βαθμό την ατζέντα της έρευνας στην Ευρώπη και διεθνώς για την επόμενη επταετία. Σημειώνεται ωστόσο ότι η χρηματοδότηση της ΕΕ είναι κατά πολύ μικρότερη από τους πόρους που δαπανούν για έρευνα και καινοτομία τα κράτη μέλη μέσω των εθνικών προϋπολογισμών. Ενδεικτικά, μόνο η Γερμανία για το 2011 δαπάνησε περίπου 75 δις ευρώ – σε δημόσιες και ιδιωτικές δαπάνες, όσα περίπου θα δαπανήσει η ΕΕ για ολόκληρη την επταετία 2014-2020.
Βασικοί στόχοι του «Ορίζοντα 2020» είναι:
- Να δώσει απάντηση στην οικονομική κρίση, επενδύοντας στη δημιουργία θέσεων εργασίας και ανάπτυξης
- Να δώσει λύσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ και στις ανησυχίες των ευρωπαίων πολιτών για τη διαβίωσή τους, την ασφάλεια, την ποιότητα ζωής τους και το περιβάλλον
- Να ενισχύσει την παγκόσμια θέση της ΕΕ στους τομείς της έρευνας, της καινοτομίας και της τεχνολογίας
Η κύρια αλλαγή που φέρνει ο «Ορίζοντας 2020» σε σχέση με τα προηγούμενα αντίστοιχα προγράμματα (7ο Πρόγραμμα-Πλαίσιο/FP7 κλπ) είναι ότι για πρώτη φορά συνδέεται η έρευνα με την καινοτομία, σε μια προσπάθεια να μετατραπεί η εξαιρετικής ποιότητας επιστημονική έρευνα που διεξάγεται στα εργαστήρια σε καινοτόμες υπηρεσίες και προϊόντα που θα αλλάξουν προς το καλύτερο τις ζωές των ευρωπαίων πολιτών.
Ταυτόχρονα, προβλέπεται η απλοποίηση των διαδικασιών συμμετοχής στα διάφορα προγράμματα για επιχειρήσεις, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα και δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής οικονομίας και στις οποίες αναμένεται να δοθούν πάνω από 3 δις ευρώ.
Η δομή του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» στηρίζεται στο τρίπτυχο:
- «Επιστημονική αριστεία», δηλαδή επιστημονική έρευνα παγκόσμιου επιπέδου που θα οδηγήσει στις τεχνολογίες του μέλλοντος και προσέλκυση στην ΕΕ των καλύτερων επιστημόνων στον κόσμο.
- «Βιομηχανική Υπεροχή», δηλαδή στρατηγική επένδυση σε τεχνολογίες-κλειδιά όπως η νανοτεχνολογία και η μικροηλεκτρονική, συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα και δημιουργία καινοτόμων μικρομεσαίων επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας που θα στηρίξουν την ανάπτυξη της ΕΕ.
- «Κοινωνικές προκλήσεις», δηλαδή στράτευση της επιστημονικής έρευνας πίσω από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ, όπως είναι η γήρανση του πληθυσμού, οι εξάντληση των ενεργειακών πόρων, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, και η μετατροπή της επιστημονικής γνώσης σε εφαρμοσμένες λύσεις για τα καθημερινά προβλήματα των πολιτών.
Ο Ευρωβουλευτής κος Τσουκαλάς, ως σκιώδης εισηγητής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Καινοτομίας και Τεχνολογίας (ΕΙΤ), υπήρξε από τα βασικά στελέχη της διαπραγματευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το «πακέτο» του Ορίζοντα 2020 για τα δύο περίπου χρόνια που διήρκησαν οι πολύπλοκες διαδικασίες μεταξύ των θεσμικών εταίρων έως ότου καταλήξουμε στο συμβιβαστικό κείμενο που ενέκρινε σήμερα η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σύμφωνα με τον κο Τσουκαλά , ο «Ορίζοντας 2020» και το ΕΙΤ είναι από τα πλέον σημαντικά ζητήματα που το Ευρωκοινοβούλιο έχει εξετάσει στην παρούσα κοινοβουλευτική περίοδο, μιας και η επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, σε αυτή την ώρα της κρίσης, δεν είναι πολυτέλεια αλλά αναγκαιότητα:
«Ο μετασχηματισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κοινωνία της γνώσης και της καινοτομίας είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να μας οδηγήσει κατά τρόπο προβλέψιμο και αξιόπιστο στην κατεύθυνση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης (μέσα σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον έντονου ανταγωνισμού, σημαντικών προκλήσεων και εξάντλησης των φυσικών πόρων).
Δυστυχώς η Ευρώπη δείχνει να χάνει τη μάχη της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας, τόσο εξωτερικά, σε σχέση με άλλα μέρη του κόσμου, όσο και εσωτερικά, με χώρες όπως η Ελλάδα να μένουν απελπιστικά πίσω σε επιδόσεις έρευνας και καινοτομίας και να κινδυνεύουν να μην μπορούν να ανατρέψουν αυτή την τάση.
Είναι σαφές σήμερα πως σε ό,τι αφορά την Έρευνα και την Καινοτομία έχουμε μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων, όπου οι χώρες του σκληρού πυρήνα (καθόλου συμπτωματικά αυτές ακριβώς που πέτυχαν στους στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας για 3% του ΑΕΠ επένδυση σε R&D) έχουν απομακρυνθεί στην παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ανάπτυξη από τις χώρες της περιφέρειας.
Για μένα είναι ξεκάθαρο ότι η υποχρηματοδότηση της έρευνας αποτελεί αίτιο και όχι αποτέλεσμα της κρίσης.
Ο Ορίζοντας είναι ένα καλά δομημένο πρόγραμμα, με τεκμηριωμένες προτεραιότητες και πολύτιμα εργαλεία, όπως η εστίαση στις καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μέτρα για την υποβοήθηση της επιστημονικής αριστείας στις χώρες της περιφέρειας, που ελπίζουμε να βοηθήσουν ιδιαίτερα και την Ελλάδα. Ωστόσο η χρηματοδότηση του Ορίζοντα δεν είναι κατά τη γνώμη μου αρκετή για να επαναφέρει την Ευρώπη στην επιστημονική και τεχνολογική πρωτοπορία και να καλύψει τη μείωση που έχουν υποστεί σε αρκετές χώρες, λόγω της κρίσης, οι εθνικοί προϋπολογισμοί έρευνας. Φοβούμαι ότι η ΕΕ διέπραξε ένα λάθος στρατηγικής σημασίας όταν υπαναχώρησε από τον αρχικό μας στόχο για χρηματοδότηση του Ορίζοντα με 100 δις ευρώ.
Ευελπιστώ ότι το υψηλής ποιότητας ελληνικό ερευνητικό δυναμικό θα είναι σε θέση να αξιοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα κονδύλια του Ορίζοντα 2020, μετριάζοντας έτσι τις επιπτώσεις από την δραματική μείωση της εθνικής χρηματοδότησης στην έρευνα και την καινοτομία.»