«Από δεύτερο χέρι» προτιμούν πλέον να αγοράζουν οι νέοι καταναλωτές, οδηγώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην «κατάρρευση» του παραδοσιακού λιανεμπορίου ειδών πολυτελείας.
Η μόδα των μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας κερδίζει έδαφος, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, καθώς οι νεότεροι καταναλωτές εστιάζουν στη βιωσιμότητα, συνεκτιμούν τους οικολογικούς παράγοντες και προσελκύονται από τις χαμηλές –για το είδος– τιμές. Μια γυναικεία τσάντα οίκου Chanel με αρχική τιμή πώλησης 4.800 δολάρια διατίθεται μεταχειρισμένη έναντι 1.795 δολαρίων, σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα Deutsche Welle. Ενα ζευγάρι παπουτσιών από τον οίκο Louboutin, με τον χαρακτηριστικό κόκκινο πάτο, από 1.295 δολάρια μπορεί να μεταπωληθεί για 675 δολάρια.
«Ο ένας στους δύο Αμερικανούς έχει ήδη μεταπωλήσει ή αγοράσει μεταχειρισμένα είδη πολυτελείας μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας», δήλωσε στην Deutsche Welle η Παμ Ντάντζιγκερ, αναλύτρια στην εταιρεία συμβούλων Boston Consulting Group. «Η αγορά (ειδών πολυτελείας) μετατρέπεται σε επένδυση, δεν πρόκειται για απλή κατανάλωση«, προσθέτει η Ντάντζιγκερ.
Η μεταπώληση ειδών πολυτελείας, ιδιαίτερα των διαχρονικών, για παράδειγμα τσαντών, παπουτσιών και ρολογιών, δεν είναι καινούργια μόδα. Ωστόσο, παλαιότερα όποιος προσπαθούσε να μεταπωλήσει τα εν λόγω προϊόντα είτε απευθυνόταν σε εξειδικευμένο κατάστημα είτε τα εκπλειστηρίαζε στην ιστοσελίδα ηλεκτρονικού εμπορίου eBay. Το σύστημα αυτό προκαλούσε αμφισβητήσεις ως προς την αυθεντικότητα των προϊόντων.
Οι νέες πλατφόρμες μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας εγγυώνται την αυθεντικότητα των προϊόντων, καθώς διαθέτουν εξειδικευμένα τμήματα αξιολόγησης. «Απασχολούμε περισσότερους από εκατό ειδικούς, οι οποίοι εξετάζουν κάθε μέρα όλα τα προτεινόμενα προϊόντα», δήλωσε στην Deutsche Welle η Μέγκαν Καμίνσκα, εκπρόσωπος της ΤheRealReal, διαδικτυακής πλατφόρμας που δραστηριοποιείται στο λιανεμπόριο μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας.
Παρά τις εγγυήσεις που παρέχει στους αγοραστές, η ΤheRealReal έχει κατηγορηθεί από τον οίκο Chanel για πώληση αντιγράφων. Η Καμίνσκα υποστηρίζει ότι «πρόκειται για βίαιη απόπειρα» της Chanel να αποτρέψει τους καταναλωτές από την αγορά μεταχειρισμένων ειδών.
Η Μπάρμπαρα Καν, καθηγήτρια Μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας, αποδίδει την αντίδραση της Chanel στο γεγονός ότι δεν θέλει τα είδη πολυτελείας να γίνουν προσιτά σε όλους, σύμφωνα με την Deutsche Welle. Ενας από τους παράγοντες που καθιστούν τα είδη πολυτελείας τόσο ελκυστικά είναι ότι μόνο λίγοι μπορούν να τα αγοράσουν. «Εάν αυτά τα προϊόντα γίνουν προσιτά σε ευρύτερη πελατεία, τότε προφανώς πέφτει η αξία τους στα μάτια των λίγων και πλουσίων, που τα αγοράζουν σήμερα», δήλωσε η Μπάρμπαρα Καν.
Οι εταιρείες μεταπώλησης μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας προσελκύουν πολλούς επενδυτές και χρηματοδότες. Τρανταχτό είναι το παράδειγμα της ΤheRealReal, η οποία ως μεγάλος παίκτης του κλάδου, έχει συγκεντρώσει περισσότερα από 350 εκατ. δολάρια από χρηματοδότες, μεταξύ άλλων και από τη Netflix, τη διαδικτυακή πλατφόρμα τηλεοπτικού streaming.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, η ΤheRealReal πούλησε το 2018 περισσότερα από 10 εκατομμύρια είδη πολυτελείας με μέση τιμή τα 450 δολάρια. Σε κάθε συναλλαγή παρακρατεί υψηλή προμήθεια έως και 50% της τιμής πώλησης.
Πηγή: kathimerini.gr