«Είμαι αυτοδίδακτος, έγραψα τον πρώτο μου ηλεκτρονικό κώδικα στην ηλικία των 8 χρόνων και στην ηλικία των 12 ετών γνώρισα έναν επιχειρηματία στην πόλη από την οποία κατάγομαι, το Λέιντεν, o οποίος με μύησε στον χώρο της τεχνολογίας. Μαζί αρχίσαμε να σχεδιάζουμε ιστοσελίδες, όταν κάποια στιγμή δημιουργήσαμε το marktplaats.nl. Πρόκειται για ένα marketplace, το οποίο εισήγαγε την έννοια της ηλεκτρονικής πώλησης μεταχειρισμένων ειδών στην ολλανδική αγορά. Η απήχησή του ήταν τόσο μεγάλη, που στην ηλικία των 16 ετών αποφάσισα να παρατήσω το σχολείο και να αφοσιωθώ αποκλειστικά στην ανάπτυξή του. Αργότερα, το 2004, ο κολοσσός eBay εξαγόρασε την εταιρεία έναντι 290 εκατ. δολαρίων, ποσό-ρεκόρ για την εποχή». Κάπως έτσι ξεκινάει η ιστορία του 36χρονου Ολλανδού επιχειρηματία Ρόμπιν Σχάουλ, ο οποίος, στα χρόνια που ακολούθησαν, κατόρθωσε αφενός να αφήσει το αποτύπωμά του στην ελληνική startup σκηνή, αφετέρου να συνδέσει το όνομά του με την ίδρυση ενός νέου δείκτη χρηματιστηρίου, του LTSE, που έλαβε πριν από ένα μήνα την έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC).
«Το marktplaats αναπτύχθηκε τόσο γρήγορα, που μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα έφθασε να αποτελεί την ιστοσελίδα με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα στην Ολλανδία, μέσω της οποίας όλοι μπορούσαν να αγοράζουν και να πωλούν από ρούχα και παιχνίδια μέχρι και αυτοκίνητα». Μετά την εξαγορά από το eBay εργάστηκε για δώδεκα χρόνια στην εταιρεία «όπου είχα την ευκαιρία να αναπτύξω και άλλες δεξιότητες, γνωρίζοντας και κλάδους που εκτείνονται πέρα από τις γνώσεις μου πάνω στην ανάπτυξη λογισμικού».
Κάπου εκεί τοποθετείται χρονικά και η έλευσή του στη χώρα μας. «Λίγες εβδομάδες αφότου έφυγα από το eBay το 2016, η πρεσβεία της Ολλανδίας ήρθε σε επαφή μαζί μου και με κάλεσε στην Αθήνα, προκειμένου να συμμετάσχω ως κριτής στον διαγωνισμό για νεοφυείς επιχειρήσεις “The Squeeze”, του Orange Grove που δημιούργησε η πρεσβεία. Μέχρι τότε, ο κ. Σχάουλ δεν είχε ακούσει ποτέ για το έργο του Orange Grove, ωστόσο, επειδή στην Ελλάδα δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των startups, ο ίδιος υπέθεσε ότι η εμπειρία του ως επιχειρηματία θα ήταν πιο χρήσιμη στην Αθήνα παρά στην Ολλανδία. «Ετσι, αποφάσισα να ενταχθώ στην ομάδα του Orange Grove ως entrepreneur in residence για ένα χρόνο και να παρακολουθώ την πορεία των startups που συμμετέχουν σε αυτό». Παράλληλα, σε αντίθεση με το δυσμενές επιχειρηματικό κλίμα που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα, ο ίδιος άρχισε να παρακολουθεί εγγύτερα τη διαμόρφωση της εγχώριας online αγοράς, διαβλέποντας στον κλάδο αυτό επιχειρηματικές ευκαιρίες. «Πρέπει να ανατρέχεις στην ιστορία της κάθε χώρας, προκειμένου να κατανοήσεις τον λόγο για τον οποίο αυτή εξελίσσεται βραδύτερα σε σύγκριση με άλλες. Είναι αδύνατον να συγκρίνουμε την Ελλάδα με την Ολλανδία, αφενός γιατί η δεύτερη αποτελούσε μετά τις ΗΠΑ μία από τους ιδρυτές του Διαδικτύου, αφετέρου γιατί και οι δύο χώρες δεν είχαν τελευταία βιώσει αντίστοιχες συνθήκες αποσταθεροποίησης».
Ωστόσο, ο ίδιος παρατηρεί πως κατά την τελευταία δεκαετία ο αριθμός των Ελλήνων που χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο έχει τριπλασιαστεί, ενώ παρά την κρίση, τα τελευταία πέντε χρόνια, ο αριθμός των καταναλωτών που κάνουν online αγορές έχει υπερδιπλασιαστεί. Ετσι, τον Αύγουστο του 2017 αποφάσισε να «τεστάρει» τις αντοχές της online εγχώριας αγοράς δημιουργώντας μία νέα online πλατφόρμα μεταχειρισμένων ειδών και υπηρεσιών, τη Vendora.gr, η οποία τελικά έχει εξελιχθεί σε μια τεράστια ηλεκτρονική αγορά, μέσω της οποίας ακόμη και μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους. «Είχα την επιθυμία να συμβάλω στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα και να δώσω την ευκαιρία σε μικρούς παραγωγούς ή μικρές βιομηχανίες από κάθε γωνιά της Ελλάδας να αποκτήσουν το δικό τους webshop». Η Vendora συνιστά μια μετεξέλιξη του αρχικού εγχειρήματος του κ. Σχάουλ, και δίνει τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε διαθέτει κάτι προς πώληση να το δημοσιεύει. «Στον κατάλογο της Vendora μπορεί κάποιος να αγοράσει από μία πλεκτή τσάντα μιας νέας Ελληνίδας δημιουργού μέχρι και κονσόλες ή smartphones γνωστών εταιρειών». Για να μας δώσει μία εικόνα σχετικά με την εδραίωση της Vendora στην ελληνική αγορά, ο κ. Σχάουλ επισημαίνει ότι, δύο χρόνια μετά την ίδρυσή της, περισσότεροι από μισό εκατομμύριο χρήστες επισκέπτονται το site κάθε μήνα, ενώ πάνω από 60.000 προϊόντα τίθενται προς πώληση αυτή τη στιγμή.
Και στο χρηματιστήριο
H ενασχόλησή του με την επινόηση νέου κώδικα προγραμματισμού δεν περιορίστηκε για τον Ρόμπιν Σχάουλ μόνο κατά τη δημιουργία των δύο παραπάνω εγχειρημάτων του. Οπως διηγείται ο ίδιος, τα τελευταία χρόνια της πορείας του στο eBay, ήρθε σε επαφή με τον Αμερικανό συγγραφέα Ερικ Ράις, ο οποίος στο βιβλίο του «Lean Startup» μίλησε για την ιδέα δημιουργίας ενός νέου χρηματιστηρίου μακροπρόθεσμων συναλλαγών. Ο κ. Ράις συνειδητοποίησε ότι το χρηματιστήριο θα πρέπει να θέσει διαφορετικούς κανόνες, προκειμένου οι εταιρείες να παραμείνουν βιώσιμες και καινοτόμες μακροπρόθεσμα, δημιουργώντας, το 2011, το Long Term Stock Exchange.
Ο κ. Ράις πρότεινε στον κ. Σχάουλ να συμβάλει στην υλοποίηση αυτού του «επενδυτικού» πλάνου, εκείνος μπήκε στο μετοχικό κεφάλαιο και ασχολήθηκε με τη δημιουργία ενός minimum viable product, που θα βοηθούσε στο χτίσιμο της ιδέας του. «Για δύο χρόνια έγραφα τον κώδικα του Captable.io, που συνιστά ένα εργαλείο διαχείρισης των μετοχών για τις νεοφυείς εταιρείες», λέει ο κ. Σχάουλ. Ο ίδιος εξομολογείται ότι «το χρηματιστήριο σήμερα δίνει μεγάλη προσοχή στα οικονομικά αποτελέσματα του τριμήνου, με αποτέλεσμα πολλές καινοτόμες εταιρείες να χάνουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών σε περίπτωση που τα αποτελέσματά τους δεν είναι ικανοποιητικά». Στόχευσαν λοιπόν στην ίδρυση ενός χρηματιστηρίου που να δίνει τη δυνατότητα επένδυσης σε βάθος χρόνου. «Δεν πρόκειται για ένα χρηματιστήριο που απευθύνεται σε μικρές startups. Αντίθετα, αποτελεί μία εναλλακτική πρόταση έναντι του NASDAQ και αφορά εταιρείες του μεγέθους της Uber και της Airbnb, αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων».
Τον Μάιο του 2019 και έπειτα από πολλά χρόνια αναμονής, το LTSE έλαβε την έγκριση της Επιτροπής Kεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, και «πλέον αποτελεί το δέκατο τέταρτο εθνικό χρηματιστήριο των ΗΠΑ μαζί με τον NASDAQ και το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης».
Πηγή: kathimerini.gr