Πηγή: www.euro2day.gr
Με αφορμή την έκθεση τροφίμων και ποτών Anuga, η Deutsche Welle φιλοξενεί εκτενές δημοσίευμα για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, με απόψεις στελεχών του κλάδου ως προς το πώς μπορούν να διεισδύσουν τα ελληνικά προϊόντα και στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού.
Όπως αναφέρεται στο άρθρο, γεγονός είναι ότι σήμερα υπάρχουν πολλές ελληνικές εταιρίες που έχουν καταφέρει να διεισδύσουν και να καθιερωθούν στις ξένες αγορές. Πρόκειται για ένα αρκετά δύσκολο και δαπανηρό εγχείρημα, το οποίο εμποδίζει συχνά μικρότερες επιχειρήσεις να τολμήσουν αυτό το άνοιγμα. Όπως εξηγεί ο Γιώργος Οικονόμου, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου(ΣΕΒΙΤΕΛ): «Έχουμε και οικονομικό πρόβλημα. Δεν είναι πολύ εύκολο για μια ελληνική εταιρία να επενδύσει για να τοποθετηθεί σε μια ξένη αγορά. Για να γίνεις γνωστός και να καθιερωθείς σε μια ξένη, απαιτητική αγορά όπως της βόρειας Ευρώπης, της Αμερικής, της Αυστραλίας, πρέπει να επενδύσεις πάρα πολλά χρήματα και αυτό προϋποθέτει να έχεις κέρδη από τη δραστηριότητά σου στην ελληνική αγορά».
Σωστό εξαγωγικό μάρκετινγκ
Παρά τις δυσκολίες, όμως, πολλά ελληνικά προϊόντα έχουν καταφέρει τα τελευταία χρόνια να διεισδύσουν στην ευρωπαϊκή αγορά, σημειώνει η DW. Καλύτερο παράδειγμα, ίσως, το ελαιόλαδο, που στο μεταξύ έχει μπει σε αρκετές μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ στη Γερμανία. Η προώθηση και η προβολή των προϊόντων σε ξένες αγορές, όμως, πρέπει να γίνεται από τους κατάλληλους ανθρώπους, επισημαίνει ο κ. Τρύφων Κολιτσόπουλους, σύμβουλος επιχειρήσεων από τη Βόννη, με εξειδίκευση σε θέματα μάρκετινγκ εξαγωγών:
«Πιστεύω ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι πλέον πολύ καλά προετοιμασμένες από άποψη προϊόντων. Αυτό που τους λείπει περισσότερο είναι το σωστό μάρκετινγκ. Οι εξαγωγικές πωλήσεις πρέπει να γίνονται από άτομα που ζουν, έχουν την έδρα τους στη συγκεκριμένη χώρα, γνωρίζουν τις ανάγκες του τελικού καταναλωτή, γνωρίζουν πώς πρέπει να προσεγγίσουν τον εκάστοτε αγοραστή, την αλυσίδα σούπερ μάρκετ, να μιλήσουν τη γλώσσα τους και στη συνέχεια να μπορέσουν να έχουν αυτό που λέμε τακτική επαφή μαζί του. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι σήμερα η αγορά θέλει ταχύτητα, θέλει γρήγορες αντιδράσεις. Δεν μπορεί μια γερμανική αλυσίδα να περιμένει τον Έλληνα να έρθει από την Ελλάδα στη Γερμανία μια φορά στους τρεις μήνες για να δει την αλυσίδα και να συμφωνήσουν σε κάποια πράγματα. Η επαφή πρέπει να είναι άμεση, γρήγορη και στη γλώσσα της κάθε αγοράς».
Απαιτούνται κατάλληλοι συνεργάτες
Με την άποψη του Έλληνα οικονομολόγου φαίνεται πως συμφωνεί και ο εμπορικός διευθυντής της ΦΑΓΕ Αλέξης Αλεξόπουλος. Οι εταιρίες που θέλουν να εξάγουν, όπως είπε προς την DW, θα πρέπει όχι μόνον να σχεδιάσουν πολύ καλά τα προϊόντα τους, αλλά και να βρουν παράλληλα τους κατάλληλους συνεργάτες και τα κατάλληλα κανάλια διανομής στις χώρες του εξωτερικού, σχεδιάζοντας παράλληλα ένα marketing plan υποστήριξης αυτών των προϊόντων. Προφανώς με αυτό το σκεπτικό η ΦΑΓΕ προχώρησε πριν από έναν περίπου χρόνο στην ίδρυση της θυγατρικής της στη Γερμανία, της ΦΑΓΕ Deutschland, με έδρα τη Φρανκφούρτη. Όπως εξηγεί ο κ. Αλεξόπουλος:
«Έχουμε αρχίσει την προσπάθεια εισόδου στις μεγάλες αλυσίδες, έχουμε ήδη αρκετές συνεργασίες, όχι μόνον σε σημεία λιανικής αλλά και σε σημεία χονδρικής, έχουμε έναν αριθμό από συνεργάτες που καλύπτουν πολλά τελικά σημεία στη γερμανική αγορά. Επίσης, έχουμε αρχίσει ένα σύνολο προωθητικών ενεργειών για να υποστηρίξουμε και περισσότερο να ενημερώσουμε το καταναλωτικό κοινό της Γερμανίας για το ελληνικό γιαούρτι και τα μοναδικά χαρακτηριστικά του».