Ντεμπούτο στη νεοσυσταθείσα αγορά του Χρηματιστηρίου, ΕΝ.Α. ΣΤ.ΕΠ. θα κάνει η Algae Farms, η καινοτόμα ελληνική επιχείρηση η οποία εξειδικεύεται στην παραγωγή ενέργειας από άλγη. Η εταιρία βρίσκεται τον τελευταίο καιρό στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, δημιουργώντας υψηλές προσδοκίες στην επενδυτική κοινότητα. Η επίσημη είσοδος της εταιρίας αναμένεται εντός του Ιουνίου.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει ήδη δώσει την έγκρισή της και πλέον είναι θέμα χρόνου να ανάψει το πράσινο φως και το Χρηματιστήριο Αθηνών για να ανοίξει στη συνέχεια το Ηλεκτρονικό Βιβλίο Προσφορών(Η.ΒΙ.Π.) και να ξεκινήσει η διαδικασία αύξησης μετοχικού κεφαλαίου από την οποία αναμένεται να αντληθούν περί τα 1,5 εκατ. ευρώ.
Η Algae Farms είναι η μοναδική επιχείρηση στον τομέα των ανανεώσιμων και των συμβατικών καυσίμων, που παράγει pellets και briquettes άλγης, καθώς και βιοέλαιο άλγης, το οποίο είναι πρώτη ύλη για βιοντίζελ για χρήση σε βιομηχανικούς, βιοτεχνικούς, οικιακούς καταναλωτές, καθώς επίσης για ναυτιλιακό και αεροπορικό βιοκαύσιμο.
Η ιδέα ανήκει στον διευθύνοντα σύμβουλο Παναγιώτη Παναγιωτόπουλο και τον Γιάννη Αντωνιάδη, οι οποίοι συμμετείχαν σε spin off του M.I.T. το οποίο επεξεργαζόταν την παραγωγή ενέργειας και άλλων προϊόντων χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη την άλγη. Μετά από τέσσερα χρόνια σκληρής δουλειάς και συνεχόμενης έρευνας φτάνουμε στο 2012, έτος στο οποίο συστήνεται η Algae Farms στην Πρέβεζα.
Η επιλογή της περιοχής δεν είναι τυχαία καθώς θεωρείται στρατηγικής σημασίας λόγω της γεωγραφικής της θέσης που της επιτρέπει την παράδοση προϊόντων στις αγορές του εξωτερικού σε σύντομο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά στην παραγωγή ενέργειας από άλγη να σημειωθεί ότι η άλγη είναι εξαιρετικά φιλικό καύσιμο προς το περιβάλλον αν ληφθεί υπόψη ότι για κάθε 1 κιλό άλγης που παράγεται η άλγη μέσω της διαδικασίας φωτοσύνθεσης απορρόφα 2 κιλά CO2.
Για την παραγωγή άλγης δεν απαιτείται η χρήση παραγωγικής καλλιεργήσιμης γης, με αποτέλεσμα να μην επηρεάζεται η παραγωγή τροφίμων, σε αντίθεση με άλλα βιοκαύσιμα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέταξε την άλγη ως πρώτη επιλογή για τα βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς, εγκαταλείποντας σταδιακά μέχρι το 2020 τα βιοκαύσιμα πρώτης γενιάς.